Η συμμετοχή και ο ρόλος του εκκλησιαστικού κλήρου
στην κοινωνική ζωή του Νησιού
Βλέπουμε πως οι ιερείς σημειώνονται στα διάφορα έγγραφα της εποχής ανάλογα με το βαθμό τους όπως συνηθέστερα, Σακελάριος, Οικονόμος, Σκευοφύλακας. Πιθανά να συναντήσουμε και τίτλους όπως, πρωτέκδικος[1], Σακελίων[2], Ταβουλάριος[3] και Πρωτονοτάριος, Πρωτοσύγκελος. Σπάνια συναντούμε άλλους βαθμούς όπως εκκλησιάρχης[4] (Σεραφείμ εκκλησιάρχης 1794 έως 1800).
Οι πλούσιες αρχοντικές οικογένειες στήριζαν το σύνολο των ιερέων της εκκλησιαστικής κοινότητας της Σκύρου. Από την τάξη των αρχόντων του Νησιού συναντούμε αρκετά ονόματα ιερέων όπως, Λινάρδος, Βαρλάμος, Μαργέτης, Βερτζίλιος, Δούκας , Καρφής, Συβίτος, Φαλούκος, Τζικούρης και άλλοι. Αυτό ήταν μία φυσιολογική εξέλιξη αφού ο κλήρος διατηρούσε μια πνευματική υπεροχή, σεβασμό, θρησκευτική και πολιτική επιρροή. Επίσης η οικονομική πλευρά ήταν υπολογίσιμη.
Οι ιερείς πέραν των τακτικών τους οικονομικών απολαβών δέχονταν πολλές προσφορές, πολλές φορές σημαντικές, από τους πιστούς για μνημόσυνα και αφιερώματα για ψυχική σωτηρία. Διάφορα προικοσύμφωνα και διαθήκες διάφορων εποχών φανερώνουν τον πλούτο πολλών κληρικών. Καταγράφουμε δύο τέτοιες περιπτώσεις από τα Αρχεία Εγγράφων Σκύρου.
Μονή της Γέννησης του Χριστού στο Μαυρουνά. Χρονολογία: πριν το 1580: Στην είσοδο του Ναού διακρίνονται θραύσματα κιόνων του κτίσματος της Μονής που υπήρχε πολύ πριν τον 9ο αι.
Σε προικοσύμφωνο στις 1 Νοεμβρίου 1616 του ιερέα Μανώλη Χανιώτη περιλαμβάνει 4 σπίτια, 14 χωράφια και 6 αμπελοπερίβολα. Σε διαθήκη στις 24 Δεκεμβρίου 1656 του παπα-κυρ-Γιώργη Φαλούκου περιλαμβάνονται 8 σπίτια, 4 οικόπεδα, 18 χωράφια, 5 αμπέλια και 6 άλλα κτήματα[5].
Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί το αίτημα της Δημογεροντίας Σκοπέλου προς τον προεστό της Σκύρου παπα-κυρ-Γιώργη Τζικούρη να τους δανείσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Στις αρχές της Τουρκοκρατίας υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που ο κλήρος της Σκύρου συμμετέχει στα κοινοτικά πράγματα και στη Διοίκηση του Νησιού. Στα τελευταία 50 χρόνια μόνο τρείς ιερείς είναι γνωστοί δημογέροντες.
Από κει και μετά κανένας ιερέας δε βρίσκεται στους δημογέροντες, είτε γιατί αρχίζει ο διαχωρισμός των εκκλησιαστικών και κοινοτικών πραγμάτων, είτε γιατί υπάρχει βελτίωση της μόρφωσης των λαϊκών προεστών. Παρ’ όλα αυτά η ανάμειξη του κλήρου στα κοινά, στις λαϊκές συνελεύσεις παραμένει μεγάλη. Εκτός από την ιδιότητα του γραφέα, πολλοί ιερείς υπογράφουν σαν μάρτυρες σε διαθήκες, προικοσύμφωνα, πωλητήρια κτλ.
Πάντως, κύριο χαρακτηριστικό εκείνης της εποχής είναι ότι η μόρφωση των κληρικών αποτελούσε ένα μεγάλο κεφάλαιο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Σκύρου.
Οι Σκυριανοί ιερείς όχι μόνο γνώριζαν γραφή και ανάγνωση, αλλά πολλοί από αυτούς είχαν λάβει αξιόλογη μόρφωση. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν οι ιερείς Παπα-Γιώργης του Τζελεπή (1728), παπα Νικολάτζης (1744 έως 1748), παπα-Γιώργης του Αντριά (1728 και 1740) έως (1750), παπα-Γιάννης Κάκλας (1742) και οι μοναχοί Γαβριήλ Ιερομόναχος (1761 έως 1763), Δανιήλ Ιερομόναχος (1740 έως 1747) και (1752 έως 1766), Σεραφείμ εκκλησιάρχης (1794 έως 1800).
Ο ιερομόναχος και πνευματικός Παχώμιος υπήρξε γραφέας από το 1747 και Νοτάριος Σκύρου από το 1759 έως 1763. Την εποχή της Τουρκοκρατίας υπήρξαν αρκετοί μοναχοί στις Μονές του Αγίου Γεωργίου (Διονύσιος, Ζαχαρίας, Ναθαναήλ, Παίσιος, Ιλαρίων, Μελέτιος, Δανιήλ) και του Αγίου Δημητρίου (Νεόφυτος, Νικηφόρος, Μακάριος, Ιεζεκιήλ, και Γαβριήλ) οι οποίοι με τις αξιόλογες γραμματικές του γνώσεις διδάσκουν τους νέους, εργάζονται σαν Γραφείς και Νοτάριοι. Αρκετοί από αυτούς ήταν και ιερείς.
Εκτός από τους μοναχούς υπήρξαν και αρκετές Μοναχές (Αναστασία, Κρητικίνα, Μακαρία, Ευγενία, Καταφυγή και Καλλινίκη), κύρια Σκυριανής καταγωγής, από τη Μονή της Αγίας Παρασκευής και από τη Μονή του Χριστού στο Μαυρουνά. Οι μοναχές κάνουν διαθήκες ή δωρίζουν τις περιουσίες τους με τον όρο της συντήρησης ή της γεροτροφίας. Καθαρά γυναικείο Μοναστήρι δεν υπήρχε στη Σκύρο. Στη Μονή του Χριστού στο Μαυρουνά εμόναζαν και μερικές γριές μοναχές, οι οποίες συνέχιζαν την παράδοση της Γλυκερίας.
Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτή την περίοδο, μέχρι τέλους του 18ου αιώνα , ο εκκλησιαστικός κλήρος της Σκύρου είχε και δικαστικές αρμοδιότητες.
Υπό την προεδρία του Επισκόπου οι κληρικοί απένεμαν δικαιοσύνη σε υποθέσεις που αφορούσαν κληρικούς, την εκκλησιαστική περιουσία και υποθέσεις μεταξύ κατοίκων που σχετίζονταν με τη θρησκεία. Υποθέσεις που αφορούσαν το οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο ήταν υπόθεση του λεγόμενου «ιεροδικείου».
Έγγραφο του 1599 αναφέρει σχετικά: «Ο Μιχάλης γιός του Νικόλα, κάτοικος Σκύρου, ενήγαγε τον Γιώργη γιό του Βαρσαμή ενώπιον του ιεροδικείου. Ισχυρίστηκε πως ο εναγόμενος άδικα διακατέχει και νέμεται χωράφι που ο ενάγων κληρονόμησε από τον πατέρα του. Το χωράφι βρίσκεται στη θέση Αη-Μνά με τα εξής σύνορα: σπίτι του Γιάννη γιού του Βαρλαάμ…»[6].
Παναγία στα Φορτούνια: Δύο παλιά χριστιανικά σκεύη (πιθανά κολυμπήθρες) μπροστά στην είσοδο του Ναού. Ο Ναός, οθωμανικών χρόνων, χτίστηκε στα θεμέλια παλιού πρωτοχριστιανικού Ναού.
[1] (νομικός όρος, θρησκεία) ο πρώτος της εκκλησιαστικής αρχής των εκδίκων που φρόντιζαν για την εκτέλεση των ποινών των εκκλησιαστικών δικαστηρίων
[2] (θρησκεία) πατριαρχικός υπάλληλος υπεύθυνος για την εποπτεία των μοναστηριών και των εκκλησιών
[3] Λειτουργικά ασκεί τα καθήκοντα του διακόνου στις αρχιερατικές ιεροπραξίες και συνοδεύει τον επίσκοπο κατά τις περιοδείες του.
[4] (θρησκεία) ο ιερέας (ή ιερομόναχος) που είναι υπεύθυνος για τη γενική φροντίδα και διαχείριση ενός ναού
[5] Ξενοφών Αντωνιάδης. «Σκυριανές διαθήκες του ΙΖ’ αιώνα»
[6] «Αρχείο Εγγράφων Σκύρου» Ξενοφών Αντωνιάδης, Αθήνα 1990
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου