Το τέλος της Επισκοπής
Η Επισκοπή έπαψε να λειτουργεί το 1841. Η περιουσία της τεμαχίστηκε και έγινε οικειοποίησή της με αθέμιτο τρόπο και αδιαφανείς διαδικασίες από τους οικονομικά ισχυρούς. Πολλά λέγονται από τα στόματα των Σκυριανών γι’ αυτή τη σκοτεινή περίοδο.
Ο τότε Δήμαρχος Σκύρου, Δ. Τζικούρης, κατηγορήθηκε ως συνένοχος του σφετερισμού και της δόλιας εκποίησης της σημαντικής περιουσίας των Ιερών Μονών. Πέραν του Δημάρχου, και άλλοι δημογέροντες ή άρχοντες του Νησιού συμμετείχαν στο σφετερισμό της περιουσίας[1]. Τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων αποτελούν συνέχεια των εξελίξεων, που συνέβησαν πριν λίγα χρόνια, όταν στις 07 Οκτωβρίου 1833, με βασιλικό διάταγμα, επί Βασιλείας Όθωνα, αποφασίστηκε η διάλυση όλων των μοναστηριών[2], που είχαν λιγότερους από 6 μοναχούς. Στις 08 Μαΐου 1834, με άλλο διάταγμα, απαγορεύτηκαν οι δωρεές στην Εκκλησία και όλη η μοναστηριακή περιουσία και αυτή των ενοριακών ναών περιήλθε στο κράτος, με στόχο τα έσοδα να διατεθούν για την ενίσχυση της ελληνικής παιδείας του νεοϊδρυθέντος ελληνικού κράτους. Έτσι, τα μοναστήρια του Χριστού του Μαυρουνά και του Αγίου Δημητρίου καταργήθηκαν και οι κτηματικές περιουσίες τους περιήλθαν στο δημόσιο και αργότερα δημοπρατήθηκαν. Διαλύθηκε το μετόχιο της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, που μετετράπηκε σε ενοριακό Ναό του Αγίου Γεωργίου.
Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου δημιούργησαν φόβο μεταξύ των «αδελφών» κύρια των ενοριακών Ναών, σχετικά με το μέλλον των εδαφών και των περιουσιών των αδελφοτήτων.
Έτσι, τα «αδέλφια» μοιράστηκαν (ανεπίσημα) τα εδάφη, που κατείχε η αδελφότητα, μεταξύ τους. Οι άρχοντες της Μεγάλης Στράτας είχαν προνοήσει και φροντίσει νωρίτερα. Πολλά από τα αδέλφια είχαν πεθάνει, χωρίς να αφήσουν κληρονόμους. Άλλοι πούλησαν το μερίδιό τους. Με αυτόν τον τρόπο, ο αριθμός τους μειώθηκε, με αποτέλεσμα, με την πάροδο του χρόνου, η πρώην εκκλησιαστική γη να μεταβιβαστεί σε μία μόνο οικογένεια.
Οι μόνες αποδείξεις (Κώδικες, συμφωνητικά, δωρεές κτλ.) της προηγούμενης κατάστασης, όσον αφορά την ιδιοκτησία γης, βρίσκονται σε αυτές τις εκκλησίες, οι οποίες για το λόγο αυτό, ήταν προσεκτικά κρυμμένες ή καταστράφηκαν.
(Από το βιβλίο του Γεωργίου Αχ. Κρίκα
«Σκύρος: Η Ορθόδοξη Χριστιανική Παράδοση και Λατρεία»)
[1] Βασίλειος Ατέσης «Η Επισκοπική Επιτροπή Σκύρου (1837-1841)
[2] Από τα 523 μοναστήρια που υπήρχαν, διατηρήθηκαν τα 146. (83 γιατί είχαν περισσότερους από 6 μοναχούς και τα υπόλοιπα 63 στη Μάνη, όπου η κυβέρνηση απέφυγε να επέμβει φοβούμενη συνέχιση της εξέγερσης, που είχε ξεσπάσει γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο). Η πώληση εκκλησιαστικών σκευών κλπ. θεωρήθηκε ιεροσυλία, ενώ και τα έσοδα της «εκποίησης» ήταν πενιχρά. Στις 09 Μαρτίου 1834, με δεύτερο διάταγμα, καθοριζόταν η διάλυση όλων των γυναικείων μοναστηριών εκτός από τρία που αντιστοιχούσαν σε τρεις μεγάλες γεωγραφικές περιοχές. Όσες μοναχές ήταν μικρότερες από 40 ετών, υποχρεώθηκαν εγκαταλείψουν τα μοναστήρια και να επιστρέψουν στην εγκόσμιο βίο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου