Οι «Θέσεις» και οι «Κώδικες» των Εκκλησιών
Οι «Θέσεις» ή αλλιώς «Κώδικες» των εκκλησιών αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο τους «κτητορικούς κώδικες». Πέρα από αυτό, το κυριότερο στις «Θέσεις» ή τους «Κώδικες» είναι, ότι αναγράφονταν η περιουσιακή κατάσταση, τα αφιερώματα, οι ενοικιάσεις των κτημάτων, οι διορισμοί και οι αμοιβές των εφημέριων κτλ. Είναι σημαντική η συμβολή τους στη μεταφορά, μέχρι σήμερα, των γενών της Σκύρου, όπως επίσης των τοπωνυμίων και της κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής των Σκυριανών. Τα εξωκλήσια που διαθέτουν ακίνητη περιουσία, διαθέτουν πιο συστηματική διαχείριση. Διατηρούν πρακτικά σ’ ένα βιβλίο που ονομάζουν «Θέσεις»[1] ή και «Κώδικας»[2], δηλ. το κτηματολόγιο της εκκλησίας.
Η «Θέση» ή «Κώδικας» αρχίζει με το ιστορικό της ανέγερσης του ναού, με τα ονόματα των κτητόρων της και την ακριβή τοποθεσία της. Αναφέρεται ο μύθος, που οδήγησε στην ίδρυση της εκκλησίας, αναλυτικά τα τάματα των πιστών, η εγγραφή των οποίων ανανεώνεται κάθε χρόνο. Στους παλαιότερους χρόνους, οθωμανικούς και πρώιμους νεότερους χρόνους, η κάθε εγγραφή στον «Κώδικα» ακίνητης περιουσίας (χωράφια, ακίνητα κτλ.) αποτελούσε συμβολαιογραφική πράξη και ήταν ισοδύναμη αυτής. Δηλαδή, αν κάποιος αφιέρωνε στην εκκλησία ένα προικοσύμφωνο[3] συμβόλαιο, τότε η αναγραφή στη «Θέση» αναιρούσε αυτόματα το προικοσύμφωνο συμβόλαιο. Στις «Θέσεις» καταγράφονται, με κάθε λεπτομέρεια, τα χωράφια ή άλλα ακίνητα και οι δωρητές, για να μη προκύψουν προβλήματα απώλειας των αφιερωμάτων, είτε από λάθος είτε με εσκεμμένη ενέργεια, αλλά και να μνημονεύονται τα ονόματα των αποθανόντων κτητόρων, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στον «Κώδικα» της εκκλησίας της Γέννησης του Χριστού του Λίπαρη[4]. Στους περασμένους αιώνες οι διατυπώσεις, για την αντικατάσταση ενός κατεστραμμένου ή χαμένου Κώδικα, ακολουθούσαν τον Νοταριακό Κώδικα[5], χωρίς όμως να αλλοιώνεται το χριστιανικό ύφος.
Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις του Χριστού τ’ Αμπάση (πριν το 1800) και του Χριστού του Λίπαρη (πριν το 1667). Η παλιότερη θέση που έχει βρεθεί είναι του 1560, η οποία αναφέρει σαφώς ότι πρόκειται για την αντιγραφή μιας άλλης παλαιότερης, η οποία είχε φθαρεί.
Από τον κώδικα της μονής του Αγίου Γεωργίου μαθαίνουμε πως ο θεσμός του αδελφάτου υπάρχει ήδη από τον 15ο αι. Μαθαίνουμε επίσης ότι στις εγγραφές του Κώδικα του Αγίου Γεωργίου αναγράφονται εκατοντάδες αφιερώσεις ακινήτων (σπίτια, χωράφια, ελαιώνες, αμπέλια κτλ.) και άλλων προσφορών στον Άγιο. Πάρα πολλοί είναι οι ευσεβείς Σκυριανοί και άλλοι πιστοί χριστιανοί, που αφιερώνουν στον Άγιο Γεώργιο και κατ’ επέκταση στη Μονή της Λαύρας του Αγίου Όρους.
Το 1930, όταν η Σκύρος αποκτά το δικό της Ιστορικό Αρχείο, όσοι από τους κατοίκους κατείχαν βιβλία, έγγραφα, χειρόγραφα και άλλα χρήσιμα ντοκουμέντα τα προσφέρουν στο Ιστορικό Αρχείο[6]. Κάποια από αυτά αποτελούσαν τους κτητορικούς Κώδικες των εκκλησιών. Ένας από τους «Κώδικες» που παραδόθηκαν ήταν αυτός της Παναγίας Ελεημονήτριας[7].
Στο πρώτο φύλλο είναι γραμμένος ο τίτλος: «Θέσις της Παναγίας Ελεημονήτριας γραφέν παρά του Σεραφείμ Ιερομονάχου Σκυρίου». Δεν αναφέρονται περισσότερα στοιχεία για τον Ιερομόναχο Σεραφείμ. Ο Ιερομόναχος Σεραφείμ φαίνεται ότι ήταν Σκυριανός, όπως ο ίδιος αναφέρει («Σκυρίου») και ότι ήταν αρκετά μορφωμένος, όπως φαίνεται από τον γραφικό του χαρακτήρα. Πιθανώς να πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Προηγούμενο Σεραφείμ Μαυρίκου (1842).
Ο «Κώδικας» αρχίζει: «Κώδιξ της ιεράς εκκλησίας της Κυρίας Θεοτόκου, ούσης εν τοποθεσία του αγίου μάρτυρος Μηνά, εγγύς του ρύακος, ήτις ανηγέρθη το πρώτον με τρόπον θαυμάσιον και προσέχητε οι παρόντες ίνα λάβητε όφελος ψυχικόν, μετανοούντες των προτέρων σφαλμάτων»[8].
Εξιστορεί την ανεύρεση της εικόνας της Παναγίας, όπως αναφέρονται στο Κεφάλαιο «Η ίδρυση των Εκκλησιών. Μύθοι και Θρύλοι» (σελ. 110) και τα γεγονότα που ακολούθησαν. Την αρχική εγγραφή του «Κώδικα» με ημερομηνία «αωιη΄ (1818) εν μηνί Απριλιώ 15» υπογράφουν οι «Παπά-Δημήτριος Θεοδοσίου κτίτωρ, Παπά Δημήτριος Ανδρέου κτίτωρ, Γρηγόριος μοναχός του Αντωνίου, Δημήτριος Γεωργίου Τζάνου κτίτωρ, Γεώργιος Καρτάλης κτίτωρ, Γεώργιος Καρτάλης, Γεώργιος Δημητρίου Ορφανού, Μανώλης Πετράκη, Δημήτριος Χατζή Αθανασίου, Γεώργιος Μανώλη Μαρκάκης, Ζαχαρίας Γεωργίου, Γεώργιος Μπαλάσος, Γεώργιος Παρασκευά, Ανδρέας Βρωμούσης». Οι εγγραφές σταματούν το 1844, γιατί τότε, όπως φαίνεται, σταμάτησαν οι δωρεές στην Παναγία Ελεημονήτρια.
Στους «Κώδικες» ή τις ονομαζόμενες «Θέσεις» της εκκλησίας, όπως είναι γνωστό, περιλαμβάνονταν η περιουσία των «αδελφών» και σε πολλές περιπτώσεις η ίδρυση της εκκλησίας. Από τον Κώδικα της Παναγίας Ελεημονήτριας αντλούμε την, κατά προσέγγιση, χρονολογία ανέγερσης της εκκλησίας. Γράφει ο νέος Κώδικας. «Προ χρόνων διακοσίων ευρεθείς εις μοναχός ονόματι Θεόδουλος ενταύθα εις την νήσον Σκύρον εκατώκει εις τα όρια του αγίου μάρτυρος Μηνά έν τινι μικρώ οίκω….». Έτσι 200 χρόνια πριν το 1818 βρισκόμαστε στη δεκαετία 1610-1620, που μπορούμε να υποθέσουμε ότι είναι η χρονολογία που ανεγέρθηκε ο Ναός της Παναγίας Ελεημονήτριας. Οι «Κώδικες» μάς μεταφέρουν πολύτιμες πληροφορίες των γενών[9] της Σκύρου, των τοπωνυμίων, για τη λειτουργία των εκκλησιών και της κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής των Σκυριανών τους τελευταίους 10 αιώνες. Για το λόγο αυτό, σε περίπτωση απώλειας ή ζημιάς ενός Κώδικα, αντικαθίσταται από ένα νέο, στον οποίο επαναλαμβάνεται το κείμενο του Κώδικα που χάθηκε. Υπογράφεται από όλους τους αδελφούς της αδελφότητας, για να πιστοποιεί τη γνησιότητα του νέου Κώδικα. Κάποιες φορές υπέγραφε και ο Επίσκοπος της Σκύρου[10].
Στην περίπτωση της Παναγίας Ελεημονήτριας ο «Κώδικας» κάηκε και αντικαταστάθηκε. Στην επόμενη σελίδα, μετά το κείμενο του ιερομονάχου Σεραφείμ, με ημερομηνία 27 Απριλίου 1823 αναφέρεται ότι: «Με το να εκάηκε η παλαιά θέσις της εκκλησίας εσυνάχθημεν όλοι οι αδελφοί ο παπά-Δανιήλ, ο παπα-Δημήτρης Αντρέου, ο Γρηγόριος Αντώναρου,, ο Δημήτριος Γεωργίου Τζάνου και επίλοιποι και εφέραμεν τον γέρο Σταμάτη Τζακλάρη και Γεώργη Δημήτρι Φτούλη οι οποίοι το έχουν παράδοσι από τους γονέους τους όπου τάπερναν τον καθέκαστον χρόνον ταύτα τα χωράφια κατ’ όνομα».
Ακολουθεί η καταγραφή των ακινήτων κτημάτων της εκκλησίας και τα εισοδήματά της.
[1] από το βυζαντινό «θέτω»=προσηλώνω, αφιερώνω.
[2] Κάθε χειρόγραφο κειμένου, που μας έχει παραδοθεί με τη μορφή βιβλίου. Ο Κώδικας έχει την έννοια βιβλίου, που περιέχει εγγραφές σχετικά με την ύπαρξη και τη διαχείριση της εκκλησιαστικής περιουσίας, κινητής και ακίνητης, ακόμα και πληροφορίες για τη λατρεία και τον ιστορικό βίο των Σκυριανών.
[3] Προίκα είναι ένας θεσμός κατά τον οποίο η οικογένεια παραχωρεί στη νύφη την περιουσία της όταν παντρεύεται. Ο θεσμός της προίκας υπήρχε από τα αρχαία χρόνια..
[4] «του καιρού παραρέοντος έφθειραν η θέσις και τα ονόματα των μακαρίων κτητόρων, πλην εφάνη ημών υπό ερεθισμών ένθεον του γράψασθαι και διατυπώσαι εις ενθύμησιν των μεταγενεστέρων και μη άχοντας άλλο τι παρά 3 χωράφια, ιδού τα σημειώνω, ίνα μη διαφθαρούν και έχομε την αμαρτίαν» 1788, Α.Ε.Σ. 5, Αθήνα 1982, έγγραφο 138 (« Τα Εκκλησιαστικά Αδελφάτα της Σκύρου» Ζαρκιά 1995)
[5] Την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας διατηρούνταν σε αρκετές νησιωτικές κοινότητες οργανωμένο νοταριακό σύστημα, αποτέλεσμα της βενετικής και γενουατικής επιρροής, το οποίο εξυπηρετούσε και τους ιδιώτες και τις κοινότητες των νησιών. Οι κάτοικοι προσέρχονταν στον νοτάριο όταν επρόκειτο να κληροδοτήσουν, να μεταβιβάσουν, να πωλήσουν ή να δωρίσουν ακίνητο περιουσιακό τους στοιχείο.
[6] Τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) ιδρύθηκαν το 1914. χάρη στις προσπάθειες του καθηγητή Σπυρίδωνα Λάμπρου (1851-1919) και του ερευνητή-λαογράφου Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945).
[7] Δημοσιευμένος Κώδικας «Η Παναγία η Ελεημονήτρια» και
Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Έκδοση Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1961
[8] Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Αθήνα 1961
[9] ένα σύνολο ανθρώπων που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς, ευρύτερο από την οικογένεια




Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου