Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Ο Δήμος Σκύρου διεκδικεί την εκμετάλλευση της μοναστηριακής περιουσίας

 

Οι Σκυριανοί εισέπρατταν τα δυσμενή αποτελέσματα της κρατικής πολιτικής


Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια στο Ναύπλιο, 27 Σεπτεμβρίου 1831 και την εγκατάσταση του βασιλιά Όθωνα, θα φτάσουμε στο 1833, όταν με διάταγμα καταργήθηκαν όλα τα  Μοναστήρια, που είχαν κάτω από 5 μοναχούς με σκοπό να χρηματοδοτηθεί η Παιδεία και η Υγεία. Αυτή η απόφαση, όπως είναι γνωστό, φαίνεται να προκάλεσε περισσότερα προβλήματα, από όσα κλήθηκε να λύσει.

Ο Νομάρχης Εύβοιας, όπου υπάγεται η Σκύρος αυτή την περίοδο, έστειλε έγγραφο  στην «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως Βασιλικήν Γραμματείας της Επικρατείας» με το ερώτημα, αν στο διάταγμα υπάγεται (δηλαδή να καταργηθεί) και η Μονή του Αγίου Γεωργίου Σκύρου, επειδή αυτή ανήκει στη Μεγίστη Λαύρα.

Η απάντηση της Γραμματείας ήταν αρνητική, γιατί στην κατηγορία των διαλυθεισών Μονών «υπήχθησαν απαξάπαντα τα μετόχια τα ανήκοντα εις την ιδιοκτησίαν των, εκτός του κράτους, ιερών σκηνωμάτων δηλαδή, του Παναγίου και Ζωοποιού Τάφου, του Όρους Σινά, του Αγίου Όρους κτλ. και κατ’ ακολουθίαν της γενικής ταύτης αρχής, δεν ηξηρέθη το μετόχιον τούτο»[1].

Μετά από αυτή την εξέλιξη τον Σεπτέμβριο 1834 κληρικοί της Σκύρου, με επικεφαλής τον Επίσκοπο Σκύρου Γρηγόριο, και οι Δημογέροντες του Νησιού απευθύνουν επιστολή τους στην «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Εκπαιδεύσεως Βασιλικήν Γραμματείας της Επικρατείας».

Στην επιστολή διαφωνούν με την υπ’ αριθ. 1477/27/7/1834 εγκύκλιο της Ιεράς Συνόδου προς τον Επίσκοπο Σκύρου, στην οποία διατάσσονταν ότι: «οι περιηργυρωμέναι εικόνες  των καταργηθέντων και διαλυθέντων Μοναστηρίων να εναποθέτονται στα πρωτευούσας των εκκλησιών»[2].

Στη συνέχεια ζητούν ο Ναός του Αγίου Γεωργίου να τους χορηγηθεί ώστε «να χρησιμεύσει ως ενοριακή εκκλησία»[3]

Μέχρι την επαναλειτουργία της Μονής το 1847 υπήρξαν συνέπειες σε όλους τους τοπικούς παράγοντες και εμπλεκόμενους φορείς.

Οι κάτοικοι εισέπρατταν τα δυσμενή αποτελέσματα της κρατικής πολιτικής. Η Γραμματεία, εξ αιτίας των ατασθαλιών των ενοικιαστών, δεν λάμβανε τα συμφωνηθέντα ενοίκια, και γι’ αυτό κατηγορούσε τον Δήμο για εμπλοκή στην εκμετάλλευση της μοναστηριακής περιουσίας και στη διοίκηση του ενοριακού ναού του Αγίου Γεωργίου.

Από την άλλη μεριά ο νεοσύστατος Δήμος διεκδικούσε την εκμετάλλευση της μοναστηριακής περιουσίας. Αποσκοπούσε σε έσοδα, αφού δεν είχε, εκείνη την εποχή, άλλους οικονομικούς πόρους και η διάλυση των μοναστηριών φάνταζε σαν η καλύτερη ευκαιρία.

Εκμεταλλευόμενος την όλη συγκυρία ο Νεόφυτος μαζί με άλλους πέντε μοναχούς ανανέωσε την πρόταση, που είχε υποβάλει προς τη Γραμματεία και απευθυνόμενος τη φορά αυτή (1843) προς τον επίσκοπο Εύβοιας Νεόφυτο, ως πρόεδρο τής Συνόδου  επανέλαβε το παλαιό αίτημα του για επιστροφή στη Μονή, με τη διπλή ιδιότητα του ηγουμένου και του ενοικιαστή των μοναστηριακών της κτημάτων.

Ο επίσκοπος Εύβοιας κρίνοντας «δίκαιη και αποδοτική» την πρόταση απευθύνεται προς τη Σύνοδο ζητώντας την έγκρισή της και η Σύνοδος με τη σειρά της, αλλά ουσιαστικά μη έχοντας δικαίωμα αποφάσεως, ζητεί από τη Γραμματεία επί των Εκκλησιαστικών να εκδώσει τη σχετική απόφαση.

Η λήψη της αποφάσεως παραπέμφθηκε στη Γραμματεία επί των Οικονομικών.

Η μετατροπή της απόφασης σε οικονομική δηλώνει τον σαφή οικονομικό χαρακτήρα πού είχε λάβει μία εκκλησιαστική και μοναστηριακή υπόθεση.

Η διάλυση της Μονής δεν ικανοποίησε την αντιβασιλεία και δεν επέφερε τα αναμενόμενα, τουλάχιστον στη συγκεκριμένη περίπτωση, διότι τα πραγματικά έσοδά της υπήρξαν κατά πολύ λιγότερα από τα αναμενόμενα. Τον Μάρτιο του 1847 ψήφισε το νόμο ΝΖ΄/7/3/1847 «περί αποδόσεως των εν Ελλάδι μετοχίων των εν αλλοδαπή Μονών».

Μιλάει για Μονές στην αλλοδαπή, γιατί το Άγιον Όρος βρισκόταν σε Τουρκική κατοχή[4].

Έτσι η Μονή επαναλειτουργεί το 1847.

 

(Από το βιβλίο του Γεωργίου Κρίκα

«Σκύρος: Η Ορθόδοξη Χριστιανική Παράδοση και Λατρεία»)


[1] Βασιλείου Γ. Ατέση, «Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Eταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήναι 1961- σελίδα 180

[2] Βασιλείου Γ. Ατέση, «Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Eταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήναι 1961- σελίδα 180

[3] Βασιλείου Γ. Ατέση, «Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Eταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήναι 1961- σελίδα 180

[4] αρχιμ. Καλλίστρατος- Κωνσταντίνος Οικονόμου «Ι. Μ. Αγίου Γεωργίου Σκύρου - μετόχι της Μεγίστης Λαύρας (13ος-19ος αι.) (Αθήνα 2002)».

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου