Στο παλάτι του Λυκομήδη, έζησε και ο Αχιλλέας[1].
Ο Αχιλλέας ήταν γιος του Πηλέως (γι' αυτό τον αποκαλούσαν και Πηλείδη), βασιλιάς των Μυρμιδόνων στη Φθία[1] και της Νηρηίδας Θέτιδος. Ο θεός Δίας και ο θεός Ποσειδώνας συναγωνίστηκαν και της Νηρηίδας Θέτιδος. Ο θεός Δίας και ο θεός Ποσειδώνας συναγωνίστηκαν για το χέρι της μέχρι που ένα μαντείο αποκάλυψε ότι θαγεννούσε ένα γιο καλύτερο και πιο δυνατό από τον πατέρα του, οπότε και πολύ σοφά επέλεξαν να την δώσουν σε κάποιον άλλο.
Σύμφωνα με το μετα-Ομηρικό μύθο, η Θέτις προσπάθησε να κάνει τον Αχιλλέα άτρωτο, βουτώντας τον στα νερά της Στύγας, όμως πιάνοντάς τον από τη φτέρνα, τον άφησε τρωτό σ' αυτό το σημείο (Αχίλλειος πτέρνα). Ο Όμηρος, εν τούτοις, αναφέρει ένα ελαφρύ τραυματισμό του στην Ιλιάδα. Σε μια νεότερη και λιγότερο δημοφιλή εκδοχή, η Θέτιδα άλειφε το αγόρι με αμβροσία κι έπειτα το έβαζε κάθε βράδυ πάνω από τη φωτιά ώστε να κάψει τα θνητά μέρη του κορμιού του.
Όταν μια νύχτα ο Πηλέας είδε την Θέτιδα να κάνει κάτι τέτοιο τρόμαξε, επειδή νόμιζε ότι ήθελε να σκοτώσει το παιδί και γι'αυτό της έβαλε της φωνές. Εξοργισμένη, η Θέτιδα έγκατέλειψε πατέρα και γιο και επέστρεψε στην θάλασσα, κοντά στις αδερφές της, τiς Νηρηίδες. Ο Πηλέας τον έδωσε, ίσως μαζί με τον μικρό φίλο του Πάτροκλο, στον κένταυρο Χείρωνα, στο όρος Πήλιο, να τον μεγαλώσει.
Σε μια μετα-Ομηρική (αλλά δημοφιλή) εκδοχή του μύθου, ο μάντης Κάλχας δήλωσε ότι οι Έλληνες δεν θα μπορούσαν να νικήσουν δίχως τη βοήθεια του Αχιλλέα. Η μητέρα του Θέτιδα ήξερε ότι, η μοίρα του ήταν να πεθάνει αν πήγαινε στην Τροία.
Έτσι τον έκρυψε στην αυλή του Λυκομήδη στη Σκύρο, μεταμφιεσμένο σε κορίτσι . με το όνομα Πύρρα λόγω της ερυθράς κόμης. Εκεί είχε ένα δεσμό με τη Δηιδάμεια, κόρη του βασιλιά, με την οποία απέκτησαν ένα γιο, τον Νεοπτόλεμο. Ανακαλύφθηκε, όμως, από τον πανούργο Οδυσσέα, που αφότου έμαθε που κρυβόταν ο Αχιλλέας, έφτασε στην Σκύρο μαζί με τον παιδικό φίλο του Αχιλλέα, τον Πάτροκλο και το δάσκαλο του, τον Φοίνικα. Μεταμφιεσμένος σε γυρολόγο με κοσμήματα και φορέματα πήγε στο παλάτι του Λυκομήδη και εκεί συνάντησε τον ίδιο, τις κόρες του και τον Αχιλλέα. Ο Οδυσσέας με άδεια του Λυκομήδη, άφησε τα κοσμήματα και τα φορέματα μπροστά στις βασιλοπούλες. Όμως ο Οδυσσέας είχε κρύψει και ένα σπαθί κάτω από τα φορέματα. Έτσι ενώ οι κοπέλες δοκίμαζαν τα φορέματα ο Αχιλλέας βρήκε το σπαθί το τράβηξε και έτσι ο Οδυσσέας κατάλαβε ποιος είναι. Εναλλακτικά, εντοπίστηκε με τον ήχο μίας σάλπιγγας, όπου αντί να δειλιάσει, άρπαξε ένα δόρυ ώστε να απωθήσει τους εισβολείς. Από εκεί και πέρα χρειάστηκε ελάχιστη πειθώ από τον Οδυσσέα, τον Πάτροκλο και τον Φοίνικα για να αποφασίσει να πάει στην Τροία.
Σύμφωνα με ένα μετα- Ομηρικό μύθο, η Θέτις τον έκρυψε στη Σκύρο[2], για να τον εμποδίσει να πάει να πολεμήσει στην Τροία, με το όνομα Πύρρα[3] λόγω της ερυθράς κόμης. Εκεί ο Αχιλλέας ερωτεύτηκε την Δηιδάμεια, κόρη του βασιλιά με την οποία απόκτησαν τον Νεοπτόλεμο.[4]
Ο Αχιλλέας, είχε το Ναύσταθμό του στον Αχίλλειο λιμένα (σημερινό Αχίλλειο), κοντά στην αρχαία πόλη Ίχνες και κοντά στον σημερινό Πτελεό[5] της Φθίας. Υπήρχε μεγάλη επικοινωνία μεταξύ Φθίας και Σκύρου, γιατί ο Πτελεός είναι κοντά στο βόρειο Ευβοϊκό κόλπο, στην έξοδο των Ωρεών, απέναντι σχεδόν από τη Σκύρο. Μέχρι εκεί έφθαναν τα όρια του βασιλείου του Αχιλλέα[6].
Αργότερα, μετά τους Κρήτες την «αιπείαν Σκύρον» κυριεύει ό Αχιλλέας[7].
Η κατάκτηση τής Σκύρου από τον Άχιλλέα πολύ πιθανόν να αντικατοπτρίζει την εκτόπιση των κρητικών δυναστειών δια της προωθήσεως των κατερχομένων από τον βορρά Αχαϊκών φύλων, μάλιστα των εγκατεστημένων εις την γειτονική Φθία (και ίσως τη θεσσαλική Πελασγιώτιδα Αντιθέτως, σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο Αχιλλέας λεηλάτησε το νησί της Σκύρου για να τιμωρίσει τον Λυκομήδη για τη δολοφονία του Θησέα.
[1]Αχιλλέας ανήκει στη λαμπερή προϊστορία των Ελλήνων και όχι στην ομιχλώδη μυθολογία. Η ετυμολογία του ονόματος διίσταται και σύμφωνα με την επικρατέστερη θεωρία το όνομα Ἀχιλλεύς προέρχεται από το ουσιαστικό «ἄχος» (θλίψη, στενοχώρια, καημός, πόνος, οδύνη, θρήνος, βαθιά μελαγχολία) και το ρήμα «ἴλλω» (περιπλανώμαι, τριγυρνώ). Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, προέρχεται από το «ἄχος» και το «λεώς» (λαός) δηλαδή «αυτός που προκαλεί θλίψη ή πόνο στο λαό (ενν. εχθρούς)».
[2] Η Φθία ήταν περιοχή της Αρχαίας Ελλάδας η οποία αναφέρεται στην ομηρική Ιλιάδα και τοποθετείται στη σημερινή ανατολική - βορειοανατολική Φθιώτιδα, κοντά στα Φάρσαλα. Κάτοικοί της ήταν οι Μυρμιδόνες και ήταν επίσης η πατρίδα του Αχιλλέα και του Πατρόκλου.
[3] Σε μια μετα-Ομηρική (αλλά δημοφιλή) εκδοχή του μύθου, ο μάντης Κάλχας δήλωσε ότι οι Έλληνες δε θα μπορούσαν να νικήσουν δίχως τη βοήθεια του Αχιλλέα, όμως η μητέρα του, η Θέτιδα, ήξερε ότι θα πέθαινε αν πήγαινε στην Τροία. Έτσι τον έκρυψε στην αυλή του Λυκομήδη στη Σκύρο, μεταμφιεσμένο σε κορίτσι. Εκεί είχε ένα δεσμό με τη Δηιδάμεια με αποτέλεσμα ένα γιό, το Νεοπτόλεμο. Ανακαλύφθηκε, όμως, από τον Οδυσσέα, τον Αίαντα τον Τελαμώνιο και το Φοίνικα, που έφτασαν μεταμφιεσμένοι σε γυρολόγους με κοσμήματα και όπλα. Ο Αχιλλέας εντοπίστηκε από το γεγονός ότι κοιτούσε τα "λάθος" αγαθά. Εναλλακτικά, εντοπίστηκε με τον ήχο μιας σάλπιγγας, όπου αντί να δειλιάσει, άρπαξε ένα δόρυ να απωθήσει τους εισβολείς. Από 'κει κα πέρα χρειάστηκε ελάχιστη πειθώ να πάει στην Τροία, συνοδευόμενος από τον εξάδελφό του και καλύτερό του φίλο Πάτροκλο και το δάσκαλό του, Φοίνικα (αυτός είναι ο ίδιος Φοίνικας που συνόδευσε τον Οδυσσέα στη Σκύρο σε μια αργότερη εκδοχή).
[4] Ό Αχιλλέας έφερε ώς κόρη τό όνομα Πύρρα, Κερκέσυρα ή Ίσσα. Τά δύο τελευταία φαίνονται προελληνικά.
[5] Τον μύθο αυτό πραγματεύθηκε ο Ευριπίδης στο χαμένο δράμα του «Σκύριοι», ενώ ο ζωγράφος Πολύγνωτος τον αναπαρέστησε σε τοιχογραφίες του.
[6] Γειτονική πόλη κοντά στο Πελασγικόν Άργος (από τον Άργο, αδελφό του Πελασγού), Όμηρος, (Ιλιάδα Β, στίχ. 695-698)
[7] Αχιλλέας, Πύρρος, Νεοπτόλεμος και Σκύρος «Συμβούλιο για τον Αχιλλέα» http://www.councilofachilles.org
[8] Ομήρου Ιλιάδος LIB. IX, 663-664 «Ίφις εύζωνος, τήν οι πόρε δίος Αχιλλεύς, Σκύρον ελών αιπείαν, Ενυήος πτολίεθρον»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου