ΝΗΣΟΣ ΣΚΥΡΟΣ Ζωοδόχος Πηγή[1]
ή Παναγία η Ελεημονήτρια (Λεμονήτρια)
Θέση: Χωριό – Αγορά
[1] Η Μητέρα Του Χριστού ως Ζωοδόχος Πηγή είναι ένα επίθετο της Θεοτόκου. Ξεκίνησε να χρησιμοποιείται με την αποκάλυψη μιας ιερής πηγής στο Μπαλουκλί της Κωνσταντινούπολης από τη Θεοτόκο σε έναν στρατιώτη που ονομαζόταν Λέων Μάρκελς, ο οποίος αργότερα έγινε ο βυζαντινός αυτοκράτορας Λέων Α΄ (457-474). Στο σημείο εκείνο ο Λέων έκτισε την ιστορική εκκλησία Ζωοδόχος Πηγή του Μπαλουκλή. Απ' εδώ διαδόθηκε ο τύπος της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Σε ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού από τον Αυτοκράτορα Λέοντα η Εκκλησία καθιέρωσε την κατ’ έτος εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, την Παρασκευή της Διακαινησίμου Εβδομάδας. Ο όρος «Ζωοδόχος Πηγή» έγινε ένα επίθετο της Παναγίας.
Εορτάζεται την Παρασκευή του Πάσχα
Εσωτερικά ο κύριος χώρος της εκκλησίας είναι μονόχωρος με θολωτό τρούλο.
Στη βόρεια και νότια πλευρά φέρει τυφλές καμάρες και επιμήκεις θολωτές αψίδες, οι οποίες έχουν κατεύθυνση από ανατολικά και δυτικά. Στη βόρεια και τη νότια πλευρά του κυρίως Ναού υπάρχουν δύο στενόμακρες αίθουσες, με στασίδια με πλακάκια, που συμπληρώνουν τον κύριο Ναό. Οι αίθουσες αυτές, όπως και ο σημερινός θολωτός νάρθηκας στα δυτικά, φαίνεται πως είναι μεταγενέστερες κατασκευές.
Εξωτερικά ο τρούλος είναι κυλινδρικός, με τέσσερα παράθυρα και καλυμμένος με πέτρινες πλάκες, οι οποίες είναι σοβατισμένες.
Οι πέτρινες πλάκες καλύπτουν επίσης την υπόλοιπη οροφή του κυρίως ναού, ενώ οι θόλοι των δύο δυτικών χώρων είναι καλυμμένοι με τσιμέντο.
Το τσιμέντο καλύπτει επίσης τις επίπεδες στέγες των πλευρικών πλευρών.
Ο ανατολικός τοίχος της εκκλησίας διογκώνεται, δημιουργώντας το Ιερό Βήμα. Φέρει μεγάλη αψίδα και στη μεγάλη κόγχη στηρίζεται η Αγία Τράπεζα.
Τοιχογραφίες σώζονται κυρίως στα πάνω τμήματα της εκκλησίας, τον τρούλο, τους θόλους και το Ιερό Βήμα. Όλες οι αγιογραφίες είναι αρκετά φθαρμένες.
Στην κεντρική κόγχη του Ιερού Βήματος, υπάρχει η Παναγία σε θρόνο, με τον Χριστό στην αγκαλιά της.
Στον τρούλο είναι ο Χριστός Παντοκράτορας, περιτριγυρισμένος από τις Ουράνιες Δυνάμεις, τους Προφήτες και τους Ευαγγελιστές.
Διακρίνονται επίσης η Παρουσίαση του Χριστού στην Εκκλησία, οι μορφές διάφορων αγίων, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η Γέννηση του Χριστού.
Στο θολωτό Ιερό Βήμα είναι τοποθετημένες πέντε ημικυκλικές κόγχες, τρεις στον ανατολικό τοίχο, και άλλες δύο στο βόρειο και νότιο τοίχο.
Ο ναός έχει τρεις εισόδους, όλες στη δυτική πλευρά, μία στο νάρθηκα και άλλες δύο στις πλευρικές αίθουσες.
Πάνω από την κεντρική είσοδο, υπάρχει μία τριγωνική βάση, στην οποία στηρίζεται το καμπαναριό.
Όλο το οικοδόμημα είναι σοβατισμένο εξωτερικά και στο μεγαλύτερο μέρος του εσωτερικού του.
Το δάπεδο της εκκλησίας είναι στρωμένο, με σύγχρονα κεραμικά πλακάκια, με σχέδια των μέσων του 20ου αι.
Σύμφωνα με την επιγραφή, για το χρόνο ανέγερσης του Ναού, οι εικόνες μπορεί να χρονολογηθούν τον 17ο αι..
Το τέμπλο είναι ξυλόγλυπτο. Δε φαίνεται ότι είναι κατασκευασμένο στη Σκύρο.
Μπροστά στο τέμπλο, υπάρχουν μεγάλες εικόνες, μεταβυζαντινών χρόνων, του Χριστού και της Παναγίας.
Πάνω στην κορυφή του τέμπλου είναι τοποθετημένες, στη οριζόντια σειρά, έντεκα μικρές εικόνες που εικονίζουν γεγονότα της ζωής του Χριστού.
Στο μαρμάρινο υπέρθυρο πάνω από την κεντρική είσοδο, βρίσκονται δύο επιγραφές
Σε υψηλότερο επίπεδο, βρίσκεται μια δεύτερη επιγραφή, με μικρότερα και πιο ρηχά γράμματα από το πρώτα, στο οποίο αναγράφεται:
«ΗΣΤΟΡΗΘΗ ΟΥΤΟΣ Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΠΟ ΤΗΝΟΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΔΗΚΕΒΡΗΟΥ ΕΤΙ 16..».
Στο δε χαμηλότερο τμήμα της πλάκας αναγράφεται
«[ΥΟΑΝΙ] ΑΧΠΒ΄ ΔΙΚ (Ε) Β (Ρ) ΗΟΥ 106»[1]
Κοιτάζοντας από ψηλά την Παναγία την Ελεημονήτρια, διακρίνονται οι τρεις φάσεις ανέγερσης του Ναού.
Οι δύο πλευρικές διαμήκεις αίθουσες, με πλακάκια, που πλαισιώνουν την εκκλησία από τη βόρεια και τη νότια πλευρά και ο σημερινός θολωτός νάρθηκας στα δυτικά, είναι μεταγενέστερες προσθήκες.
Ο κυρίως Ναός, με τον κυλινδρικό τρούλο αποτελεί τον αρχικό ναό.
Ο μύθος λέει πως στη Λεμονήτρια «βγαίνει ένα κορίτσι τσαι νέθει χ’σόνεμα πά στο καμπαναριό, έναι το καλό τ’ς εκκλ’σάς[2].
Το 1930, όταν η Σκύρος αποκτά το δικό της Ιστορικό Αρχείο, όσοι από τους κατοίκους κατείχαν βιβλία, έγγραφα, χειρόγραφα και άλλα χρήσιμα ντοκουμέντα τα προσφέρουν στο Ιστορικό Αρχείο[1]. Κάποια από αυτά αποτελούσαν τους κτητορικούς Κώδικες των εκκλησιών. Ένας από τους «Κώδικες» που παραδόθηκαν ήταν αυτός της Παναγίας Ελεημονήτριας[2].
Στο πρώτο φύλλο είναι γραμμένος ο τίτλος: «Θέσις της Παναγίας Ελεημονήτριας γραφέν παρά του Σεραφείμ Ιερομονάχου Σκυρίου». Δεν αναφέρονται περισσότερα στοιχεία για τον Ιερομόναχο Σεραφείμ. Ο Ιερομόναχος Σεραφείμ φαίνεται ότι ήταν Σκυριανός, όπως ο ίδιος αναφέρει («Σκυρίου») και ότι ήταν αρκετά μορφωμένος, όπως φαίνεται από τον γραφικό του χαρακτήρα. Πιθανώς να πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με τον Προηγούμενο Σεραφείμ Μαυρίκου (1842).
Ο «Κώδικας» αρχίζει: «Κώδιξ της ιεράς εκκλησίας της Κυρίας Θεοτόκου, ούσης εν τοποθεσία του αγίου μάρτυρος Μηνά, εγγύς του ρύακος, ήτις ανηγέρθη το πρώτον με τρόπον θαυμάσιον και προσέχητε οι παρόντες ίνα λάβητε όφελος ψυχικόν, μετανοούντες των προτέρων σφαλμάτων»[3].
Εξιστορεί την ανεύρεση της εικόνας της Παναγίας, όπως αναφέρονται στο Κεφάλαιο «Η ίδρυση των Εκκλησιών. Μύθοι και Θρύλοι» (σελ. 110) και τα γεγονότα που ακολούθησαν. Την αρχική εγγραφή του «Κώδικα» με ημερομηνία «αωιη΄ (1818) εν μηνί Απριλιώ 15» υπογράφουν οι «Παπά-Δημήτριος Θεοδοσίου κτίτωρ, Παπά Δημήτριος Ανδρέου κτίτωρ, Γρηγόριος μοναχός του Αντωνίου, Δημήτριος Γεωργίου Τζάνου κτίτωρ, Γεώργιος Καρτάλης κτίτωρ, Γεώργιος Καρτάλης, Γεώργιος Δημητρίου Ορφανού, Μανώλης Πετράκη, Δημήτριος Χατζή Αθανασίου, Γεώργιος Μανώλη Μαρκάκης, Ζαχαρίας Γεωργίου, Γεώργιος Μπαλάσος, Γεώργιος Παρασκευά, Ανδρέας Βρωμούσης». Οι εγγραφές σταματούν το 1844, γιατί τότε, όπως φαίνεται, σταμάτησαν οι δωρεές στην Παναγία Ελεημονήτρια.
Στους «Κώδικες» ή τις ονομαζόμενες «Θέσεις» της εκκλησίας, όπως είναι γνωστό, περιλαμβάνονταν η περιουσία των «αδελφών» και σε πολλές περιπτώσεις η ίδρυση της εκκλησίας. Από τον Κώδικα της Παναγίας Ελεημονήτριας αντλούμε την, κατά προσέγγιση, χρονολογία ανέγερσης της εκκλησίας. Γράφει ο νέος Κώδικας. «Προ χρόνων διακοσίων ευρεθείς εις μοναχός ονόματι Θεόδουλος ενταύθα εις την νήσον Σκύρον εκατώκει εις τα όρια του αγίου μάρτυρος Μηνά έν τινι μικρώ οίκω….». Έτσι 200 χρόνια πριν το 1818 βρισκόμαστε στη δεκαετία 1610-1620, που μπορούμε να υποθέσουμε ότι είναι η χρονολογία που ανεγέρθηκε ο Ναός της Παναγίας Ελεημονήτριας.
Οι «Κώδικες» μάς μεταφέρουν πολύτιμες πληροφορίες των γενών[4] της Σκύρου, των τοπωνυμίων, για τη λειτουργία των εκκλησιών και της κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής των Σκυριανών τους τελευταίους 10 αιώνες. Για το λόγο αυτό, σε περίπτωση απώλειας ή ζημιάς ενός Κώδικα, αντικαθίσταται από ένα νέο, στον οποίο επαναλαμβάνεται το κείμενο του Κώδικα που χάθηκε. Υπογράφεται από όλους τους αδελφούς της αδελφότητας, για να πιστοποιεί τη γνησιότητα του νέου Κώδικα. Κάποιες φορές υπέγραφε και ο Επίσκοπος της Σκύρου[5].
Στην περίπτωση της Παναγίας Ελεημονήτριας ο «Κώδικας» κάηκε και αντικαταστάθηκε. Στην επόμενη σελίδα, μετά το κείμενο του ιερομονάχου Σεραφείμ, με ημερομηνία 27 Απριλίου 1823 αναφέρεται ότι: «Με το να εκάηκε η παλαιά θέσις της εκκλησίας εσυνάχθημεν όλοι οι αδελφοί ο παπά-Δανιήλ, ο παπα-Δημήτρης Αντρέου, ο Γρηγόριος Αντώναρου,, ο Δημήτριος Γεωργίου Τζάνου και επίλοιποι και εφέραμεν τον γέρο Σταμάτη Τζακλάρη και Γεώργη Δημήτρι Φτούλη οι οποίοι το έχουν παράδοσι από τους γονέους τους όπου τάπερναν τον καθέκαστον χρόνον ταύτα τα χωράφια κατ’ όνομα».
Ακολουθεί η καταγραφή των ακινήτων κτημάτων της εκκλησίας και τα εισοδήματά της.
[1] Τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) ιδρύθηκαν το 1914. χάρη στις προσπάθειες του καθηγητή Σπυρίδωνα Λάμπρου (1851-1919) και του ερευνητή-λαογράφου Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945).
[2] Δημοσιευμένος Κώδικας «Η Παναγία η Ελεημονήτρια» και
Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Έκδοση Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1961
[3] Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Αθήνα 1961
[4] ένα σύνολο ανθρώπων που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς, ευρύτερο από την οικογένεια
[5] Φαλτάϊτς 1972
[1] Τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Γ.Α.Κ.) ιδρύθηκαν το 1914. χάρη στις προσπάθειες του καθηγητή Σπυρίδωνα Λάμπρου (1851-1919) και του ερευνητή-λαογράφου Γιάννη Βλαχογιάννη (1867-1945).
[2] Δημοσιευμένος Κώδικας «Η Παναγία η Ελεημονήτρια» και
Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Έκδοση Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών, Αθήνα 1961
[3] Βασίλειος Ατέσης , «Η Ιστορία της Εκκλησίας της Σκύρου», Αθήνα 1961
[4] ένα σύνολο ανθρώπων που συνδέονται με συγγενικούς δεσμούς, ευρύτερο από την οικογένεια
[5] Φαλτάϊτς 1972
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου