Το τέμπλο της Επισκοπής που μεταφέρθηκε στον Αγ. Ιωάννη στα Κοχύλια
Μετά το θάνατο του τελευταίου επισκόπου Γρηγορίου στις 3 Μαρτίου 1837, τη διοίκηση της Επισκοπής αναλαμβάνει η Επισκοπική Επιτροπή Σκύρου. Τα καθήκοντα της Επισκοπικής Επιτροπής αρχίζουν στις 9 Απριλίου 1837 και παύουν στις 20 Δεκεμβρίου 1841.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου διορίζονται μέλη της ο Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ και ο πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Οικονόμου, Σκυριανοί και οι δύο στην καταγωγή.
Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, προέκυψαν διάφοροι χειρισμοί της, οι οποίοι, όπως φαίνεται, δυσαρέστησαν την Ιερά Σύνοδο.
Μετά το θάνατο του Επισκόπου Γρηγορίου προέκυψε ζήτημα, κατά πόσο οι συγγενείς του Γρηγορίου δικαιούνται να τον κληρονομήσουν. Η Επιτροπή αρνούνταν την χορήγηση οποιουδήποτε περιουσιακού δικαιώματος προς αυτούς.
Όπως ήταν επόμενο υπήρξαν συνεχείς προστριβές της Επιτροπής με τους συγγενείς του Επισκόπου Γρηγορίου, οι οποίοι «κληρονομικώ δικαίω», διεκδικούσαν την περιουσία της Επισκοπής. Η Επιτροπή θεωρούσε ότι οι απαιτήσεις των συγγενών του Επισκόπου Γρηγορίου δεν ήταν ούτε σωστές, ούτε νόμιμες. Στις απόψεις της συμπαρατάσσονται οι τοπικές αρχές της Σκύρου. Μετά τις διενέξεις με την Επιτροπή οι συγγενείς του Επισκόπου προσέφυγαν στις πολιτικές αρχές του Κράτους, αλλά και πριν στην Ιερά Σύνοδο.
Η Ιερά Σύνοδος ενδιαφερόταν για την κινητή περιουσία (εκκλησιαστική, πνευματική) της Επισκοπής, για δε την ακίνητη περιουσία θεωρούσε, πως ήταν αρμοδιότητα των Πολιτικών Διοικητικών Αρχών του Κράτους. Μάλιστα με έγγραφό της καθόρισε τα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής[1].
Στη συνέχεια η Ιερά Σύνοδος απευθύνθηκε στον Διοικητή της Σκοπέλου, ώστε να μεριμνήσει για την κρίση που προέκυψε, γιατί έκρινε ότι αυτό είναι έργο της πολιτικής διοικητικής αρχής.
Ταυτόχρονα ο Διοικητής Καρυστίας διόρισε αντιπρόσωπό του τον Ιωάννη Βαρλαάμ, ο οποίος κατάγεται από τη Σκύρο, θεωρώντας πως είναι ο πιο έμπιστος του εκκλησιαστικού ταμείου, για να προστατεύσει το εισόδημα της επικαρπίας από τα χωράφια της Επισκοπής. Η διαταγή μεταφέρθηκε στην Επισκοπική Επιτροπή από το παπά Μακάριο Βαρλαάμ[2], αδελφό του Ιωάννη.
Η Ιερά Σύνοδος, όπως ήταν αναμενόμενο, απάλλαξε των καθηκόντων τους τα μέλη της Επισκοπικής Επιτροπής, Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ και τον ιερέα Δημήτριο Οικονόμου.
Στις 27 Νοεμβρίου 1837 διόρισε Εκκλησιαστικό Επίτροπο τον ιερομόναχο Μακάριο Βαρλαάμ, στον οποίο «εμπιστεύεται προσωρινώς την πνευματικήν αυτής διεύθυνσιν και διεξαγωγήν».
Στο επόμενο διάστημα, μετά την αντικατάσταση, υπήρξε μια δυσάρεστη κατάσταση, η οποία επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική και πνευματική ζωή των κατοίκων της Σκύρου.
[1] «Τα χρέη της Επιτροπής ταύτης είναι κατά τον διορισμόν της όσα ανάγονται εις το εκκλησιαστικόν, και εις ταύτα πρέπει να περιορίζεται. εις δε την περιουσίαν του μακαρίτου επισκόπου Σκύρου ή τα κτήματα της Επισκοπής ούτε έπρεπε και ούτε πρέπει να λάβει μέρος η επιτροπή αύτη, διότι τούτο είναι έργο της πολιτικής διοικητικής αρχής και των κληρονόμων του αποθανόντως Επισκόπου, ως και από 23 του ήδη λήγοντος και υπ’ αριθ. 5920/355 ανήγγειλεν η Σύνοδος, αλλά και αυτή προσκαλείται να συμμορφωθεί προς αυτό περιοριζομένη στα καθήκοντά της» πηγή: Βασίλειος Ατέσης «Η Επισκοπική Επιτροπή Σκύρου (1837-1841)
[2] Η Επισκοπική Επιτροπή με αναφορά στις 27 Απριλίου 1837 προς την Ιερά Σύνοδο αναφέρει ότι, «προηγούμενός τις Λαυριώτης, ονόματι Μακάριος Βαρλαάμ, ετών σχεδόν 35 εκ Σκύρου, απεστάλει παρά του μοναστηρίω του πρό δύο χρόνων εις Κυρά-Παναγιάν και Κούμην δια υποθέσεις του Μοναστηρίου του και να επιστρέψει αμέσως. Ο δέ αθετήσας τας παραγγελίας ήλθεν ενταύθα περιφερόμενος ...ποτέ μεν εις Κούμην, Κάρυστον και Χαλκίδα πορευόμενος, ποτέ δε εις Αθήνας, ως και ήδη έρχεται, ως είπε, δια να ανακατώση εκκλησιαστικάς και πολιτικάς υποθέσεις» πηγή: Βασίλειος Ατέσης «Η Επισκοπική Επιτροπή Σκύρου (1837-1841)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου