Πέμπτη 13 Ιουνίου 2024

ΝΗΣΟΣ ΣΚΥΡΟΣ Η Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία στη Σκύρο

 ΝΗΣΟΣ ΣΚΥΡΟΣ 

Η Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία στη Σκύρο


Παναγία Τεροτράπεζα: Θραύσμα στήλης και μέρος θρησκευτικού σκεύους, πιθανά κολυμπήθρα. 
Το ίδιο αντικείμενο υπάρχει και στους Ναούς των Αγίων Αναργύρων στο Κάστρο και στην Παναγία στα Φουρτούνια

Μέρος 3ον

Επανερχόμενοι στην ιστορική διαδρομή της Επισκοπής Σκύρου βλέπουμε ότι μετά το θάνατο του τελευταίου επισκόπου Γρηγορίου στις 3 Μαρτίου 1837, τη διοίκηση της Επισκοπής αναλαμβάνει η Επισκοπική Επιτροπή Σκύρου. Τα καθήκοντα της Επισκοπικής Επιτροπής αρχίζουν στις 9 Απριλίου 1837 και παύουν στις 20 Δεκεμβρίου 1841.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου διορίζονται μέλη της ο Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ και ο πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Οικονόμου, Σκυριανοί και οι δύο στην καταγωγή. 
Αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, προέκυψαν διάφοροι χειρισμοί της, οι οποίοι, όπως φαίνεται, δυσαρέστησαν την Ιερά Σύνοδο. 
Μετά το θάνατο του Επισκόπου Γρηγορίου προέκυψε ζήτημα, κατά πόσο οι συγγενείς του Γρηγορίου δικαιούνται να τον κληρονομήσουν. Η Επιτροπή αρνούνταν την χορήγηση οποιουδήποτε περιουσιακού δικαιώματος προς αυτούς. 
Όπως ήταν επόμενο υπήρξαν συνεχείς προστριβές της Επιτροπής με τους συγγενείς του Επισκόπου Γρηγορίου, οι οποίοι «κληρονομικώ δικαίω», διεκδικούσαν την περιουσία της Επισκοπής. Η Επιτροπή θεωρούσε ότι οι απαιτήσεις των συγγενών του Επισκόπου Γρηγορίου δεν ήταν ούτε σωστές, ούτε νόμιμες. Στις απόψεις της συμπαρατάσσονται οι τοπικές αρχές της Σκύρου. Μετά τις διενέξεις με την Επιτροπή οι συγγενείς του Επισκόπου προσέφυγαν στις πολιτικές αρχές του Κράτους, αλλά και πριν στην Ιερά Σύνοδο. 

Θραύσματα κιόνων στη στέγη του Ναού του Αγίου Παντελεήμονα στην Ατσίπολη. Η στήλη που βρίσκεται πάνω από το Ιερό Βήμα είναι ίδια με άλλη που βρίσκεται στο Ναό του Αγίου Χαραλάμπους στις Αβδέλλες


Η Ιερά Σύνοδος ενδιαφερόταν για την κινητή περιουσία (εκκλησιαστική, πνευματική) της Επισκοπής, για δε την ακίνητη περιουσία θεωρούσε, πως ήταν αρμοδιότητα των Πολιτικών Διοικητικών Αρχών του Κράτους. Μάλιστα με έγγραφό της καθόρισε τα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής . 
Στη συνέχεια η Ιερά Σύνοδος απευθύνθηκε στον Διοικητή της Σκοπέλου, ώστε να μεριμνήσει για την κρίση που προέκυψε, γιατί έκρινε ότι αυτό είναι έργο της πολιτικής διοικητικής αρχής. 
Ταυτόχρονα ο Διοικητής Καρυστίας διόρισε αντιπρόσωπό του τον Ιωάννη Βαρλαάμ, ο οποίος κατάγεται από τη Σκύρο,  θεωρώντας πως είναι ο πιο έμπιστος του  εκκλησιαστικού ταμείου, για να προστατεύσει το εισόδημα της επικαρπίας από τα χωράφια της Επισκοπής. Η διαταγή μεταφέρθηκε στην Επισκοπική Επιτροπή από το παπά Μακάριο Βαρλαάμ , αδελφό του Ιωάννη. 
Η Ιερά Σύνοδος, όπως ήταν αναμενόμενο, απάλλαξε των καθηκόντων τους τα μέλη της Επισκοπικής Επιτροπής, Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ και τον ιερέα Δημήτριο Οικονόμου. 
Στις 27 Νοεμβρίου 1837 διόρισε Εκκλησιαστικό Επίτροπο τον ιερομόναχο Μακάριο Βαρλαάμ, στον οποίο «εμπιστεύεται προσωρινώς την πνευματικήν αυτής διεύθυνσιν και διεξαγωγήν».
Στο επόμενο διάστημα, μετά την αντικατάσταση, υπήρξε μια δυσάρεστη κατάσταση, η οποία επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική και πνευματική ζωή των κατοίκων της Σκύρου.

                            Μαρμάρινη κολώνα στην είσοδο στο ξωκκλήσι Παναγία Αυτούμενες 

Η αντικατάσταση δύο εγγράμματων κληρικών, οι οποίοι συμμετείχαν στη διοίκηση της Επισκοπής, επί θητείας του Επισκόπου Γρηγορίου, και απολάμβαναν της εκτιμήσεως των κατοίκων και η επιλογή να διοικηθεί η Επισκοπή από ένα άτομο δημιούργησε ερωτηματικά. 
Από την αρχή του διορισμού του Βαρλαάμ υπέβοσκε εναντίον του μια σφοδρή αντίδραση και ήταν θέμα χρόνου να εκφραστεί με συγκεκριμένη καταγγελία. Η πρώτη καταγγελία έγινε με ανώνυμη επιστολή προς τον Βασιλιά. 
Ο συντάκτης της επιστολής επικαλούμενος το αίσθημα της πίστης του αναφέρει συγκεκριμένα ότι ο «ενταύθα εκκλησιαστικός της χηρευσάσης επισκοπής μας, επίτροπος κ. Μακάριος Βαρλαάμ παραιτών τα χρέη του περιφέρεται αδιακόπως από τόπου εις τόπον και ενεργεί πράγματα,  τα οποία και η θέσις του και το επάγγελμά του εμποδίζουν μεγάλως» .
Κατηγορείται επίσης ότι συνάπτει παράνομα ανδρόγυνα και είναι φιλοτάραχος της κοινής ησυχίας και ότι «λαμβάνει λόγους από το έν και από το άλλο μέρος και θέτει τα μέρη εις άσπονδους έχθρας». 
Οι κατηγορίες που επισυνάπτονται στον Βαρλαάμ είναι χυδαίες αφού, πέρα από τα παραπάνω, κατηγορείται ότι «περιφέρεται τα καφενεία, χωρίς να διαφέρει των γουρουνιών, εισέρχεται στον Ιερό Ναό μεθυσμένος και καταπατεί τα δόγματα της πίστεως» . 
           

Πάνω από την είσοδο του Ναού του Αγίου Πέτρου στην Καρεφλού 
διακρίνεται εντοιχισμένο κιονόκρανο με χαραγμένο το σταυρό παλαιοχριστιανικού ναού.


Η δεύτερη επιστολή καταγγελίας είναι ονομαστική, έχει συντάκτη τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Καρακαλλινού. Μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με την ανώνυμη επιστολή προς τη Διοίκηση Σκιάθου, η οποία συντάχθηκε από άτομο εκτός Σκύρου. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε, πως υπαγορεύθηκε από τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ. Όπως ήταν επόμενο τα σοβαρά αυτά περιστατικά απασχόλησαν τη Γραμματεία των Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαίδευσης της Κυβέρνησης και την Ιερά Σύνοδο. Η Ιερά Σύνοδος κάλεσε σε μαρτυρία τη Δημοτική Αρχή, το Δημοτικό Συμβούλιο, τον Διοικητή της Χωροφυλακής και τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ. 
Όμως, πόσο αντικειμενικός θα μπορούσε να είναι ο Δήμαρχος Σκύρου, Δ. Τζικούρης, αφού ο ίδιος και διάφοροι άλλοι πρόκριτοι του Νησιού κατηγορούνται, αυτή την περίοδο, για το σφετερισμό και την εκποίηση της μοναστηριακής περιουσίας με δόλιο τρόπο; Μάλιστα ο Αρχιμανδρίτης Μακάριος Βαρλαάμ είχε διοριστεί με το 3687 Βασιλικό Διάταγμα, προκειμένου να εξετάσει αυτό το ζήτημα και πάλευε μόνος του εναντίον όλων αυτών, οι οποίοι προσπαθούσαν να αντιστρέψουν την αλήθεια της κατηγορίας, που ανακαλύφθηκε επίσημα από τις οικονομικές αρχές. Ο Βαρλαάμ κατηγορήθηκε από τον Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ για πολλές «παρεκτροπές», με την ιδιότητα του Εκκλησιαστικού Επιτρόπου της Επισκοπής. Βάσιμες είναι οι υποψίες ότι οι κατηγορίες ήταν προϊόν του Δημάρχου και των προκρίτων, οι οποίοι κατηγορούνται για την οικειοποίηση με αθέμιτο τρόπο της περιουσίας των Μονών που καταργήθηκαν πρόσφατα και ο Αρχιμανδρίτης Μακάριος Βαρλαάμ ήταν εκείνος που ερευνούσε τις κατηγορίες. 


Άγιος Επιφάνειος: Δύο μεγάλοι μαρμάρινοι κυλινδρικοί κίονες μεγάλης 
διαμέτρου στο εσωτερικό του Ιερού Βήματος πίσω από το τέμπλο. 
Οι κίονες τώρα δεν παρέχουν καμμιά στήριξη στην κατασκευή.


Ο Αρχιμανδρίτης Σεραφείμ στράφηκε φανερά εναντίον του Βαρλαάμ, αφού τον θεωρούσε υπεύθυνο ότι υπέσκαψε τη θέση του.
Στη Σκύρο βρέθηκε, απεσταλμένος της Ιεράς Συνόδου, ο επίσκοπος Καρυστίας Δανιήλ για να εξετάσει την κατάσταση του κλήρου στη Σκύρο και τη διαγωγή του Επισκοπικού Επιτρόπου Βαρλαάμ. 
Από την αναφορά του Επισκόπου Δανιήλ, η οποία διαβάστηκε στη Συνοδική συνεδρίαση προέκυψε ότι ο μεν ιερός κλήρος του Νησιού δεν έχει καμμιά σχέση με τις αποδιδόμενες καταγγελίες, ο δε Μακάριος Βαρλαάμ κατέχει επάξια το αξίωμα του Εκκλησιαστικού Επιτρόπου και ενδιαφέρεται για την διασφάλιση των περιουσιών των Μονών του Αγίου Δημητρίου και της Γεννήσεως του Χριστού Μαυρουνά.  Ο Επίσκοπος Δανιήλ διαπίστωσε ότι οι  κατηγορίες που αποδόθηκαν στον Μακάριο Βαρλαάμ υποκινήθηκαν από πρόσωπα εχθρικά διακείμενα προς αυτόν. 
Ποιοι ήταν αυτοί που απόδωσαν ψεύτικες κατηγορίες στον Βαρλαάμ; Ποιοι είχαν συμφέρον να τον συκοφαντήσουν και να τον απομακρύνουν από τη θέση του; Φυσικά αυτοί που αποδεδειγμένα σφετερίστηκαν και οικειοποιήθηκαν τις κτηματικές περιουσίες των Μονών και των εκκλησιών. Με αυτό τον τρόπο έκλεισε αυτή η υπόθεση, που στοίχισε πνευματικά και δίχασε τη μικρή κοινωνία της Σκύρου. 

Στο εσωτερικό του Ναού του Αγίου Αντρέα στην Καλαμίτσα διακρίνονται δύο  εντοιχισμένες κολόνες από γρανίτη και μία άλλη ξεχωριστή στην είσοδο του κυρίως ναού από τον βοηθητικό χώρο. Στον Ναό του Αγίου Αντρέα υπάρχει πλήθος ερειπίων από κατασκευή πιθανά της Ρωμαϊκής εποχής

Η Επισκοπή έπαψε να λειτουργεί το 1841. Η περιουσία της τεμαχίστηκε και έγινε οικειοποίησή της με αθέμιτο τρόπο και αδιαφανείς διαδικασίες από τους οικονομικά ισχυρούς. Πολλά λέγονται από τα στόματα των Σκυριανών γι’ αυτή τη σκοτεινή περίοδο. 
Ο τότε Δήμαρχος Σκύρου, Δ. Τζικούρης, κατηγορήθηκε ως συνένοχος του σφετερισμού και της δόλιας εκποίησης της σημαντικής περιουσίας των Ιερών Μονών. Πέραν του Δημάρχου, και άλλοι δημογέροντες ή άρχοντες του Νησιού συμμετείχαν στο σφετερισμό της περιουσίας . Τα γεγονότα των τελευταίων χρόνων αποτελούν συνέχεια των εξελίξεων, που συνέβησαν πριν λίγα χρόνια, όταν στις 07 Οκτωβρίου 1833, με βασιλικό διάταγμα, επί Βασιλείας Όθωνα, αποφασίστηκε η διάλυση όλων των μοναστηριών , που είχαν λιγότερους από 6 μοναχούς. Στις 08 Μαΐου 1834, με άλλο διάταγμα, απαγορεύτηκαν οι δωρεές στην Εκκλησία και όλη η μοναστηριακή περιουσία και αυτή των ενοριακών ναών περιήλθε στο κράτος, με στόχο τα έσοδα να διατεθούν για την ενίσχυση της ελληνικής παιδείας του νεοϊδρυθέντος ελληνικού κράτους. Έτσι, τα μοναστήρια του Χριστού του  Μαυρουνά και του Αγίου Δημητρίου καταργήθηκαν και οι κτηματικές περιουσίες τους περιήλθαν στο δημόσιο και αργότερα δημοπρατήθηκαν. Διαλύθηκε το μετόχιο της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, που μετετράπηκε σε ενοριακό Ναό του Αγίου Γεωργίου. 
Τα γεγονότα εκείνης της περιόδου δημιούργησαν φόβο μεταξύ των «αδελφών» κύρια των ενοριακών Ναών, σχετικά με το μέλλον των εδαφών και των περιουσιών των αδελφοτήτων. 
Έτσι, τα «αδέλφια» μοιράστηκαν (ανεπίσημα) τα εδάφη, που κατείχε η αδελφότητα, μεταξύ τους. Οι άρχοντες της Μεγάλης Στράτας είχαν προνοήσει και φροντίσει νωρίτερα. Πολλά από τα αδέλφια είχαν πεθάνει, χωρίς να αφήσουν κληρονόμους. Άλλοι πούλησαν το μερίδιό τους. Με αυτόν τον τρόπο, ο αριθμός τους μειώθηκε, με αποτέλεσμα, με την πάροδο του χρόνου, η πρώην εκκλησιαστική γη να μεταβιβαστεί σε μία μόνο οικογένεια. 
Οι μόνες αποδείξεις (Κώδικες, συμφωνητικά, δωρεές κτλ.) της προηγούμενης κατάστασης, όσον αφορά την ιδιοκτησία γης, βρίσκονται σε αυτές τις εκκλησίες, οι οποίες για το λόγο αυτό, ήταν προσεκτικά κρυμμένες ή καταστράφηκαν. 

                                Θραύσματα κιόνων έξω από το Ναό του Σωτήρος στη Διασφαή

Από τον 4ο αιώνα και κατά τη διάρκεια των Βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων,  χτίζονται στη Σκύρο αρκετές εκκλησίες. Οι περισσότερες χτίζονται πάνω σε ερείπια άλλων ναών (αρχαίων τόπων λατρείας, αλλά και πρωτοχριστιανικών ναών). 
Στους Οθωμανικούς χρόνους η εκ νέου θεμελίωση ενός Ναού ή η θεμελίωση νέου στην ύπαιθρο είχε το χαρακτηριστικό της μικρής κατασκευής με μικρή χωρητικότητα πιστών, με μικρές πόρτες και πολλές φορές με δύο - τρία σκαλοπάτια προς τα κάτω. 
Για το σκοπό αυτό υπήρξε Πατριαρχικό έγγραφο, που όριζε αυτές τις προδιαγραφές.
Ο λόγος ήταν ότι με αυτή την τακτική εμποδίζονταν η χρήση των Ναών από τους Τούρκους για το σταβλισμό των ζώων (αλόγων). 
Κατά την ανοικοδόμηση νέων Ναών πάνω σε αρχαίους Ναούς και Ιερά Θεών ή σε παλαιοχριστιανικούς Ναούς χαρακτηριστικό είναι ότι παρατηρούμε την ύπαρξη στην είσοδο και το εσωτερικό τους, αρκετά σπαράγματα μαρμάρινων αρχαίων κιόνων και μαρμάρινων πλακών ή άλλες ενδείξεις, που καταδεικνύουν την προΰπαρξη των παλιών λατρευτικών χώρων. 
Η παράδοση λέει ότι στους χρόνους του Βυζαντίου υπήρχαν σε όλο το νησί της  Σκύρου 365 εκκλησίες. Αυτή η παράδοση, η οποία συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας, λέει πως υπήρχε μια εκκλησία για κάθε μέρα του χρόνου. 
Η εξήγηση που δίνεται για την ύπαρξη τόσων πολλών εκκλησιών στηρίζεται κύρια στο βαθύ και ανεπτυγμένο θρησκευτικό συναίσθημα των Σκυριανών και στην ανάγκη  ύπαρξης  τόπων λατρείας. 
Ισχυρή είναι και η άποψη,  που εκφράζεται, ότι σ’ αυτό συνετέλεσε και το γεγονός ότι η όποια κτηματική περιουσία των εκκλησιών απαλλάσσονταν, επί τουρκοκρατίας, από τον στρεμματικό φόρο.


Μαρμάρινος κίονας στη δυτική περίφραξη του Ναού του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο Λουτρό. Προέρχεται, όπως και άλλα που βρίσκονται στο εσωτερικό του Ναού, 
από τα παρακείμενα ερείπεια τρισυπόστατου Ναού αγνώστων Αγίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου