Ο αριθμός 365 είναι περισσότερο συμβολικός
και αγγίζει το «μύθο»

Στο
παρελθόν επιχειρήθηκε η καταγραφή των εκκλησιών του Νησιού από Σκυριανούς
ερευνητές συγγραφείς.
Α.
Η Νίκη Πέρδικα το 1945 καταγράφει 157 εκκλησίες. Στην καταγραφή δεν
περιλαμβάνει τις ερειπωμένες εκκλησίες[1].
Β.
Ο Βασίλειος Ατέσης[2]
στο βιβλίο του[3]
καταγράφει συνολικά 195 εκκλησίες, τις οποίες
κατατάσσει σε κατηγορίες[4]. Στο σύνολο αυτό των
εκκλησιών περιλαμβάνονται και 19 ερειπωμένες ή σαν τοποθεσίες, που υπονοούν
ύπαρξη παλαιότερων εκκλησιών.
Γ.
Το 1963 ο Παπά-Σαρρής, Σκυριανός ιερέας στην καταγωγή που ζει εκτός Σκύρου, με ενδιαφέρον για τα
εκκλησιαστικά πράγματα του Νησιού, δημοσιοποιεί χάρτη της Σκύρου, με
σημειωμένες τις τοποθεσίες και τα ονόματα των εκκλησιών.
Δ.
Ο Ναπολέων Εμμ. Ξανθούλης[5] καταγράφει, με βάση τον
τιμώμενο Άγιο, εκατό ογδόντα δύο (182) εκκλησίες[6].
Δε
θα αποφύγει λάθη σύγχυσης Αγίων και γεγονότων Αγίων, όπως του Αγίου Ιωάννου του
Θεολόγου ή Ευαγγελιστή και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου ή Βαπτιστή, της
Παναγίας Παρθένου, του Χριστού Γεννήσεως, του Αγίου Γεωργίου, του Αγίου
Δημητρίου.
Ε.
Ο Ανδρέας Κανάς με δημοσίευση στην εφημερίδα «Σκυριανά Νέα» επιχειρεί νέα
σύγχρονη καταγραφή (2018) των εκκλησιών του Νησιού. Σύμφωνα με την καταγραφή
και με βάση τον πίνακα που δημοσιεύεται ανάλυση των εκκλησιών (μαζί με τις
ερειπωμένες), σύμφωνα με τον τιμώμενο Άγιο, είναι διακόσιες έντεκα (211), (λατρείες
Αγίων και όχι κτήρια) και είκοσι τρία (23) ερείπια εκκλησιών. Σύνολο 234. Δεν
αποφεύχθηκαν λάθη ανύπαρκτων εκκλησιών διπλοεγγραφές ή ονομασιών.
ΣΤ. Ο Σκυριανός αρχαιολόγος Μιχάλης Καραμπίνης παρουσιάζει τη δομή και την αρχαιολογική περιγραφή πενήντα επτά (57) εκκλησιών της Σκύρου, κύρια του οικιστικού συνόλου.
Στην
έρευνα γίνεται προσπάθεια να παρουσιασθεί μια καταγραφή, που να είναι
συγκεκριμένη και ακριβής, χωρίς να αμφισβητείται η εγκυρότητά της. Αυτή η
καταγραφή των Εκκλησιών της Σκύρου βασίζεται σε προηγούμενες καταγραφές,
σε χάρτες της Google και σε Οδοιπορικούς
χάρτες. Επίσης για τον εντοπισμό των
εκκλησιών αξιοποιήθηκαν οι κτηματολογικοί χάρτες των περιοχών.
Ανεκτίμητη και αναντικατάστατη ήταν η συμβολή πολλών κατοίκων της Σκύρου και
ιδιαίτερα αρκετών τσοπάνηδων, που γνωρίζουν τον τόπο σπιθαμή προς σπιθαμή. Στα
πλαίσια αυτής της προσπάθειας, ιδιαίτερα σημαντική ήταν η βοήθεια του πρώην
Δημάρχου Σκύρου Δημητρίου Αγγελή, ο οποίος είναι βαθιά γνώστης των
εκκλησιαστικών θεμάτων του Νησιού και όλων των εκκλησιών.
Για
το λόγο αυτό στη συνέχεια θα παρουσιαστούν όλες οι Εκκλησίες, με φωτογραφία
τους στο χρόνο της καταγραφής, ώστε να αποφευχθούν οι διπλές καταγραφές. Για
τις Εκκλησίες που ήταν ανοιχτές παρουσιάζεται η φωτογραφία του εσωτερικού χώρου
τους.
Στην
παρουσίαση κάθε Ναού κρίθηκε σκόπιμο να υπάρχει σύντομη βιογραφία του Αγίου που
τιμάται, σύντομη περιγραφή της τοποθεσίας, η ημέρα εορτής του Αγίου, η ντόπια
ονομασία, ιστορικά στοιχεία και οι επίτροποι. Οι εκατοντάδες επίτροποι είναι
δύσκολο να καταγραφούν με ακρίβεια και είναι αναπόφευκτα τα όποια λάθη
υπάρχουν. Τα ονόματα αλλάζουν, αφού στην πορεία του χρόνου υπάρχουν παραιτήσεις
κάποιων και ανάληψη καθηκόντων από άλλους.
Για
τις Εκκλησίες, που είναι γκρεμισμένες και σε μη
λειτουργική κατάσταση δεν έγινε ιδιαίτερος εντοπισμός. Αναφέρονται απλά
και βασίζονται στις προηγούμενες καταγραφές.
Η
καταγραφή γίνεται με μεγάλη δυσκολία. Είναι χρονοβόρα και κοπιαστική, αφού
πολλές Εκκλησίες βρίσκονται σε δύσβατες περιοχές, ή μέσα σε κτήματα με
κλειδωμένη την είσοδο. Πολλοί κάτοικοι του Νησιού αγνοούν την ονομασία ή ακόμα
και την ύπαρξη συγκεκριμένων Ναών.
Στον
Πίνακα 1 (σελ. 162-173) φαίνεται ότι
θεωρητικά λατρεύονται διακόσιες είκοσι πέντε (225) Άγιοι και Άγιες σε
διακόσιες είκοσι πέντε (225) εκκλησίες. Καταγράφονται
Ερείπια 42. Σύνολο 225+42=267
Μπορεί
να τιμούνται διακόσιοι είκοσι πέντε (225) Άγιοι και Άγιες, όμως ο αριθμός των
εκκλησιών, ως κτήρια, είναι μικρότερος λόγω των τρισυπόστατων ή των δισυπόστατων εκκλησιών. Στον αριθμό
αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται τα ερείπια.
Η
πραγματικότητα του συνόλου των εκκλησιών (κτήρια), έρχεται σε σύγκρουση με την
εκτίμηση ότι στη Σκύρο υπάρχουν τριακόσιες εξήντα πέντε (365) εκκλησίες.
Ο Choiseul-Gouffier[7] (Σουαζέλ Γκουφιέ) περιηγήθηκε
στην Ελλάδα για ένα χρόνο.
Το υλικό που συγκέντρωσε κατά την διάρκεια της
δωδεκάμηνης περιήγησής του δημοσιεύει το 1782 στον πρώτο τόμο του χρονικού του,
που ο ίδιος ονομάζει «Voyage pittoresque de la Grece», την πληροφορία ότι οι
εκκλησίες και τα εξωκλήσια στη Σκύρο ήταν 365. Ο Choiseul-Gouffier επισκέφθηκε
και τη Σκύρο, αφού αναφέρεται στις εκκλησίες της. Βασιζόμενοι στην βιογραφία
του (εκτενής παραπομπή αρ. 249 για να γνωρίσουμε τον ρόλο των διαφόρων
«περιηγητών» στην Ελλάδα) είμαστε επιφυλακτικοί για τη δραστηριότητά του στο
Νησί.
Πολύ
αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας Χρυσόστομος A. Παπαδόπουλος στο βιβλίο του «Η
εκκλησία της Ελλάδος επί τη 1900η
επετείω της ιδρύσεως αυτής υπό του Αποστόλου Παύλου» Αθήναι 1951 αναφέρει
ότι στη Σκύρο επί τουρκοκρατίας υπήρχαν 365 εκκλησίες. Ο
Ατέσης θεωρεί αληθή την άποψη του Αρχιεπισκόπου, αλλά θεωρεί ότι υπήρξε
δραματική μείωση αυτών, γιατί καταστράφηκαν. Ο ίδιος στην καταγραφή του, όπως
αναφέρθηκε παραπάνω, ανεβάζει τον αριθμό των εκκλησιών στις εκατό ενενήντα
πέντε (195). Επομένως, αν αποδεχτούμε ότι επί Τουρκοκρατίας υπήρξαν τριακόσιες εξήντα πέντε (365) εκκλησίες και
δεχτούμε ότι υπήρξε δραματική μείωση αυτών, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι
σήμερα δεν υπάρχει ο αριθμός αυτός.
Όσοι ισχυρίζονται ότι πράγματι υπήρξαν 365 εκκλησίες προβάλλουν σαν επιχείρημα την ύπαρξη τοποθεσιών «Ασκηταριό», «Μονή», «Παλιοκκλησιά», «Ξέρα του Αη-Δημήτρη, που δείχνουν, ότι υπήρχαν στις τοποθεσίες αυτές κάποιοι Ναοί, αλλά σήμερα δεν υπάρχουν. Επισημαίνεται ότι από το 1945, που έγινε η πρώτη καταγραφή, μέχρι τώρα, ο αριθμός των εκκλησιών δεν προσέγγισε τον αριθμό των 365.
Αν θεωρήσουμε
βάσιμο αυτό τον ισχυρισμό της ύπαρξης 365 εκκλησιών, προσθέτοντας στις υπάρχουσες σήμερα 225
εκκλησίες τα σαράντα δύο (42) ερείπια εκκλησιών (Πίνακας 6 σελ.177) αγγίζουμε
τον αριθμό 267.
Στον αριθμό των ερειπίων γίνεται προσπάθεια να συμπεριληφθούν Ναοί, που αναφέρουν προηγούμενοι ερευνητές, ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς (σελ. 149), η Νίκη Πέρδικα ή αναφέρονται σε Κώδικες και στα Αρχεία Εγγράφων Σκύρου
Δύσκολα
προσεγγίζεται ο αριθμός 365. Επίσης, υπάρχουν δεκάδες εκκλησίες που χτίστηκαν
στα θεμέλια αρχαίων ή παλαιοχριστιανικών Ναών οι οποίοι γκρεμίστηκαν ή κατέρρευσαν
από διάφορες αιτίες.
Με
αυτό τον τρόπο αρκετές παλιές εκκλησίες αντικαταστάθηκαν από τις νέες. Τέτοιες
περιπτώσεις έχουμε από προσωπικές μαρτυρίες, αλλά και από φωτογραφίες που
παρουσιάζονται στο βιβλίο.
Τουλάχιστον
εξήντα (60) εκκλησίες, που παρουσιάζονται στο βιβλίο, χτίστηκαν πάνω σε ερείπια
παλαιοτέρων τόπων λατρείας.
Από
τα τέλη του 19ου αι. και στη διάρκεια του 20ο αι., χτίστηκαν αρκετές εκκλησίες,
πολλές στα ερείπια άλλων, οι οποίες αναπλήρωσαν το κενό των κατεστραμμένων
εκκλησιών.
Πολλοί
Σκυριανοί, ακόμα και σήμερα, μιλούν για 365 εκκλησίες.
Θεωρούμε
ότι ο αριθμός αυτός (365) είναι περισσότερο συμβολικός και αγγίζει το «μύθο»,
αφού ταυτίζεται με τις 365 μέρες του χρόνου. Λέγεται ότι υπάρχουν τόσες
εκκλησίες όσες και οι μέρες του χρόνου, έτσι ώστε κάθε ημέρα του έτους θα
εορτάζεται και ένας Άγιος ή Άγια.
Ο
μύθος φυσικά είναι κάτι το φανταστικό, κάτι που δε μπορεί να θεωρείται αληθινό.
Στην
περίπτωσή μας ο μύθος δεν είναι μόνο Σκυριανός. Είναι γνωστό ότι σε πολλά νησιά
του Αιγαίου υπάρχουν πολυάριθμες εκκλησίες και εξωκλήσια.
Στην
Ίο η παράδοση θέλει να έχει 365 εκκλησίες – ίσως και περισσότερες –
ξεχωρίζοντας από τα άλλα νησιά των Κυκλάδων, δηλαδή μία για κάθε ημέρα του
έτους.
Στη
Σίφνο συναντάμε το ίδιο σκηνικό. Κι’ εδώ υπάρχουν 365 εκκλησίες και μοναστήρια
μια εκκλησία για κάθε ημέρα του χρόνου. Έτσι λέει η παράδοση του Νησιού. Η
πραγματικότητα διαψεύδει τους μύθους.
Ακόμα
και στην Αμμόχωστο της Κύπρου ένας παλιός μύθος αναφέρει, πως η πόλη στο
απόγειο του πολιτισμού της είχε 365 εκκλησίες, μία για κάθε μέρα του χρόνου.
Η
ίδια παράδοση υπάρχει και στην Αίγινα, όπου στην τοποθεσία Παλαιοχώρα (ή
Παλιαχώρα). Η Παλαιοχώρα θεωρείται ο «Μυστράς του Σαρωνικού». Η παράδοση θέλει
τις εκκλησίες της Παλιαχώρας να είναι 365, όσες και οι μέρες του χρόνου. Όμως,
ιστορικές μελέτες αναφέρουν ότι στην πραγματικότητα υπήρξαν γύρω στις 50.
Σήμερα μπορούμε να επισκεφτούμε μόνο τις 33 που ακόμα αντέχουν.
[1] Σκύρος Τόμος ΙΙ «Μνημεία
του λόγου και του λαού». Έκδοση «Αετός» Α.Ε., Αθήναι, 1943
[2] Ατέσης, 1961:233-270
[3] «Ιστορία της εκκλησίας της
Σκύρου», Έκδοσις «Εταιρίας Ευβοϊκών Σπουδών», Αθήνα, 1961
[4] «Ιστορία της εκκλησίας της Σκύρου»
1)
Μοναστηριακοί ναοί 5 (1
Ησυχαστήριο, η Μονή Μαβρουνά)
2)
Ενοριακοί ναοί: (5)
3)
Τέως ενοριακοί ναοί: (10)
4)
Παρεκκλήσια: (40)
5)
Εξωκλήσια: (116)
6)
Ερείπια: (19)
[5] Στο βιβλίο «Τοπωνυμικό της
Σκύρου». Αθήνα, Επτάλοφος, 1984
[6] Οι εκκλησίες κατά Άγιο
1)
38 προς τιμήν της Παναγίας Παρθένου.
2)
16 προς τιμήν του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Ευαγγελιστού.
3)
15 προς τιμήν Χριστού.
4)
14 προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου.
5)
10 προς τιμήν του Αγίου Νικολάου.
6)
7 προς τιμήν του Αγίου Δημητρίου.
7)
82 προς τιμήν διαφόρων άλλων Αγίων
[7] Ο Choiseul-Gouffier γεννήθηκε στο Παρίσι, το 1752.
Επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα το 1776, σε ηλικία μόλις 24 ετών. Στόχος
του ταξιδιού του ήταν η αποτύπωση των αρχαίων μνημείων, αλλά και η περιγραφή
του τρόπου ζωής των νεότερων Ελλήνων. Το υλικό που συγκέντρωσε κατά την διάρκεια της δωδεκάμηνης περιήγησής του
δημοσιεύει το 1782 στον πρώτο τόμο του χρονικού του, που ο ίδιος ονομάζει
«Voyage pittoresque de la Grece». Το έργο περιέχει ένα πρόλογο με έντονα
φιλελληνικό χαρακτήρα. Ο Γκουφιέ, εξαιτίας του πάθους του για τις αρχαιότητες
και όντας περισσότερο αρχαιολόγος παρά διπλωμάτης., φέρεται να είχε
αναγάγει την αρχαιοκαπηλία σε βασική
απασχόληση του. Ήταν δεινός «γνώστης των αρχαιοτήτων της Αττικής. Ενεργούσε
ανασκαφές και συγκέντρωνε αντικείμενα στην κατοικία του. Με την ιδιότητα του
προξένου υποδεχόταν τους περιηγητές, τους οδηγούσε στους αρχαιολογικούς χώρους
και φρόντιζε να ξεπουλήσει το εμπόρευμα του. Είχε πλουτίσει πολύ σύντομα με την
αρχαιοκαπηλία» (Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες..., τόμος Γ2' (1810-1821), 5η
έκδ., σελ. 574-575). Το 1785, ως πρεσβευτής
της Γαλλίας στην Πόλη, «απέσπασε
από τον σουλτάνο φιρμάνι με άδεια συλλογής αρχιτεκτονικών τμημάτων μνημείων και
άλλων αρχαιοτήτων. Από τότε, με το φιρμάνι στο χέρι και με τη βοήθεια του
προξένου της Γαλλίας στην Αθήνα Fauvel, ο Γκουφιέ φόρτωσε ολόκληρα καράβια
με γλυπτά από τους αρχαιολογικούς χώρους της Αττικής» (Σιμόπουλος, «Ξένοι
Ταξιδιώτες», τόμος Α' (333-1700), σελ. 136). Ο Σουαζέλ Γκουφιέ θα μπορούσε
«να χαρακτηριστεί ως ο ομόλογος του Έλγιν...Ο Έλγιν τον αναγνώριζε μάλιστα
ως δάσκαλο του» (Χατζηφώτης Μ.Ι., «Η Καθημερινή Ζωή των Ελλήνων στην
Τουρκοκρατία», Παπαδήμας, Αθήνα 2002, σελ. 75-76.). Είναι γεγονός ότι ο
Γκουφιέ «απέσπασε πρώτος τμήμα της ζωφόρου του Παρθενώνα» και με τους
ανθρώπους του «είχαν μάλιστα έτοιμο σχέδιο για τη μεταφορά ολόκληρου του
Θησείου» (Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες, τόμος Γ1' (1800-1810), 5η έκδ., σελ. 572.
. Στην πραγματικότητα, εάν όλα είχαν πάει καλά, τα μάρμαρα του Παρθενώνα... δεν θα ήταν στο
βρετανικό μουσείο αλλά στο Μουσείο
του Λούβρου»
Μετά τον θάνατό του Γκουφιέ, η μεγάλη συλλογή του πουλήθηκε σε μουσεία και
ιδιώτες συλλέκτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου