Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

«Συσπείρωση ή Απομόνωση;» ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Μέγεθος 17Χ24, σελ. 528
Από το βιβλίο «Π.Α.ΜΕ. Συσπείρωση ή Απομόνωση;»
ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ        

Το Π.Α.ΜΕ. ήταν «ανάγκη των καιρών». Ήταν απαίτηση των εργαζομένων. Ήταν μια υποχρέωση του Ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος που επέβαλαν οι συνθήκες της συγκεκριμένης περιόδου.
Η κοινωνία είχε και έχει την..........
ανάγκη ενός μαχητικού-ταξικού Μετώπου. Οι ανάγκες των εργαζομένων και οι απαιτήσεις του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος επιτάχυναν τις εξελίξεις.
Ο συντονισμός Σωματείων, Εργατικών Κέντρων, Ομοσπονδιών, Επιτροπών Αγώνα, ανένταχτων συνδικαλιστών και εργαζόμενων αποτελεί τη βάση συσπείρωσης  και αγωνιστικής ενότητας εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων. Η δημιουργία του αποτελεί ένα θετικό παράδειγμα για όλο το συνδικαλιστικό κίνημα.
Η αναμφισβήτητα θετική κίνηση του ΚΚΕ να πρωταγωνιστήσει στην ίδρυση του Π.Α.ΜΕ. και να εντάξει τις δυνάμεις του στο νέο σχήμα, αποτελεί σημαντικό σταθμό για την πορεία του συνδικαλιστικού κινήματος. Οι πρώτες δυσκολίες ξεπερνιούνται γρήγορα και καθιερώνεται σαν καθοριστική δύναμη στη λειτουργία και δράση του αγωνιστικού κινήματος.
Μέχρι το 2004 διατηρεί τον χαρακτήρα ενός Μετώπου με ευρύτητα στις συνεργασίες του, χωρίς αποκλεισμούς. Είναι σταθερά προσηλωμένο στις Ιδρυτικές του αρχές και διακηρύττει την ενότητα στα προβλήματα και στους αγώνες. Συσπειρώνει εργαζόμενους ανεξάρτητα «τι Θεό πιστεύουν».
Λειτουργεί δημοκρατικά και ανοιχτά, με διαδικασίες ελεύθερες. Τα στελέχη του διατηρούν το δικαίωμα λόγου και είναι σεβαστή η ελεύθερη άποψη των συνεργαζόμενων και των ανεξάρτητων. Υπερασπίζεται τα εργατικά δικαιώματα και προστατεύει με κάθε πρόσφορο μέσο που διαθέτει  τους εργαζόμενους και τους ανέργους. Κάνει κριτική και διατηρεί ανοιχτό μέτωπο σε «οπορτουνιστικές λογικές», στη γραμμή της «συναίνεσης» και του «κοινωνικού διαλόγου» που ακολουθούν τα επίσημα συνδικάτα.
Το διάστημα αυτό ασκεί μεγάλη πίεση σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ και προσπαθεί με τις παρεμβάσεις του να διαμορφώσει τις εξελίξεις προ όφελος της εργατικής τάξης. Καταφέρνει να συσπειρώσει κάτω από κοινά αιτήματα εργαζόμενους του Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα με άλλες κοινωνικές τάξεις. Έτσι αρχίζει να κάνει πράξη την κοινή δράση των εργαζομένων με τους αγρότες, τους φοιτητές, τους μικρομεσαίους επαγγελματίες και τα κινήματα των γυναικών, της ειρήνης κτλ. Αναπτύσσει ενεργά τη διεθνή του δράση. Παρεμβαίνει στο Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο συνδικαλιστικό κίνημα και ενισχύει τη Διεθνιστική Αλληλεγγύη και συνεργασία μεταξύ των εργαζομένων. Το Π.Α.ΜΕ. αναπτύσσεται και αποκτά αναγνώριση.
Η ηγεσία του ΚΚΕ ανησυχεί μήπως χάσει τον έλεγχο της κατάστασης και αρχίζει σταδιακά, αλλά σταθερά, τον ασφυκτικό εναγκαλισμό του κόμματος πάνω στο Π.Α.ΜΕ.
Για όλα τα ζητήματα, μικρά ή μεγάλα, πρέπει να αποφασίζει μια μικρή ομάδα γραφειοκρατών στον Περισσό η οποία επεμβαίνει στην εσωτερική λειτουργία του, μέχρι τις αφίσες και τις ανακοινώσεις.  Η πολιτική και η τακτική του Π.Α.ΜΕ. καθορίζεται αποκλειστικά από τις αποφάσεις του ΚΚΕ. Προχωράει η ταύτιση των θέσεών του με τους πολιτικούς στόχους του ΚΚΕ. Η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ προωθεί στελέχη, τα οποία λένε σε όλα ΝΑΙ.
Όποιοι ασκούν κριτική, έστω και καλοπροαίρετη, μπαίνουν στο περιθώριο. Οι σύμμαχοι δεν έχουν ρόλο σεβαστό. Δεν υπολογίζονται και σιγά-σιγά αποχωρούν. Θεωρεί ότι, καλός συνεργάτης είναι αυτός που συμφωνεί σε όλα και δέχεται το πλαίσιο του Π.Α.ΜΕ. χωρίς επιφυλάξεις και ανταλλάγματα.
Ο στενός έλεγχος των πάντων οδηγεί το Π.Α.ΜΕ. σε αδιέξοδο και το μετατρέπει σε ένα επί πλέον κομματικό όργανο του ΚΚΕ, που είναι υποχρεωμένο να λειτουργεί στα πλαίσια των αρχών του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» και των περιορισμών του καταστατικού του κόμματος.
Για την κατάσταση αυτή δε φταίει ούτε όλο το Π.Α.ΜΕ. ούτε όλο το ΚΚΕ. Οι ευθύνες εντοπίζονται στην ηγεσία του ΚΚΕ, σε ένα μικρό πυρήνα εξουσιαστικού μηχανισμού που αποφασίζει για όλα. Χωρίς αυτή την εξουσία αυτός ο κομματικός μηχανισμός θα ήταν άχρηστος.
Το ΚΚΕ, από την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι σήμερα διατηρούσε την κυρίαρχη θέση, πολιτική και συνδικαλιστική στο χώρο της Αριστεράς. Βασική επιδίωξη της πολιτικής του αποτελούσε η προσπάθεια κατάκτησης της ηγεμονικής θέσης και της επέκτασης της σφαίρας επιρροής του στα άλλα τμήματα της αριστεράς. Αυτό το στόχο τον πέτυχε σε μεγάλο βαθμό.
Θέλει να εξουσιάζει παντού και να επιβάλλει την κυριαρχία του, όπου η δύναμή του είναι επικρατέστερη. Κρατούσε, συνεχίζει να το κάνει, αδιάλλακτη στάση απέναντι στις «αριστερίστικες» κινήσεις και στις «οπορτουνιστικές» δυνάμεις που προέρχονται από τις κατά καιρούς διασπάσεις του ΚΚΕ. Αυτούς δε θέλει, ούτε να τους ακούει, ούτε να τους βλέπει. Τις θεωρεί εχθρικές.
Η δημιουργία του Μετώπου δεν είναι μία τωρινή σύγχρονη θεωρία και πράξη. Υπάρχει πλούσια Ελληνική και Παγκόσμια εμπειρία του επαναστατικού και εργατικού κινήματος. Το Μέτωπο δε μπορεί να προχωρήσει με τη λογική ότι,  «Τους αντιπάλους σου ή πρέπει να τους παίρνεις με το μέρος σου ή να τους εξοντώνεις». Ούτε πάλι με τη Χριστιανική άποψη ότι, «ο μη ών μετ' εμού κατ' εμού εστί, και ο μη συνάγων μετ' εμού σκορπίζει»  (δηλ. όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου, κι όποιος δε συνάγει μαζί μου, σκορπίζει). Φράση που επανέλαβε και ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ George W. Bush, ο νεότερος, για να οριοθετήσει τον «Άξονα του Κακού». 
Το ΚΚΕ, κύριος εκφραστής του Π.Α.ΜΕ., θεωρεί ότι, όποιος δε στηρίζει τις απόψεις του και δε συμμερίζεται τις πρωτοβουλίες του είναι εναντίον της προοπτικής των αγώνων και της αγωνιστικής ενότητας της εργατικής τάξης. Στη διαδικασία δημιουργίας του Μετώπου ισχυρίζεται ότι πασχίζει να καταφέρει την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος και την ενότητα δράσης όλης της εργατικής τάξης.
Παραβλέπει όμως ότι σ’ αυτή τη διαδικασία δε χωράνε πρακτικές καπελώματος ή αποκλεισμών, ούτε λογικές άσπρου-μαύρου. Δε χωράνε εκβιαστικά διλήμματα ότι αν κάποιος δεν είναι   με τη γραμμή της ταξικής πάλης, είναι με τη γραμμή του συμβιβασμού και το κεφάλαιο. Η ιδεολογική ηγεμονία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με πειστικά πολιτικά επιχειρήματα και πολιτική καλής θέλησης και αμοιβαίας συνεργασίας.
Όταν όμως, σε κάθε κάλεσμά του, ψάχνει επίμονα να βρει συμμάχους για την  υλοποίηση του στρατηγικού του στόχου δεν είναι πολιτικά επιτρεπτό να επιβάλλει, εκ των προτέρων, την άποψή του ούτε να εξορκίζει τις απόψεις τους. Ούτε είναι πολιτικά ορθό και φυσικά αντίθετο στου κανόνες «καλής φιλοξενίας» να εκδιώκει πρώην μέλη του ΚΚΕ και του Π.Α.ΜΕ. από τις συγκεντρώσεις του, επειδή μόνο και μόνο ανταποκρίθηκαν στα «υποκριτικά» καλέσματά του να παρευρεθούν στο χώρο της συγκέντρωσης.
Όταν ζητάει, με κάθε ευκαιρία, τη συσπείρωση και την κοινή δράση με άλλες δυνάμεις ή απλούς εργαζόμενους πρέπει να δώσει επίσης κάτι, στο όνομα μιας ανταποδοτικής σχέσης μεταξύ των δύο μερών.
Η επίτευξη του στόχου απαιτεί αμοιβαίες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, που δεν αμφισβητούν την κυρίαρχη ιδεολογία του, αλλά βασίζονται στις ουσιαστικές και σύγχρονες ανάγκες του λαϊκού κινήματος.
Είναι, κατά κάποιο τρόπο, φυσικό αυτός που έπαθε κάτι στο παρελθόν είναι πολύ προσεκτικός στο μέλλον. Στην περίπτωσή μας όμως πρέπει να ξεπεραστεί ο φόβος ότι «όποιος καεί απ’ το χυλό φυσάει και το γιαούρτι».
Στη διαδικασία του Μετώπου σωστά αποκλείονται οι ηγεσίες των επίσημων φιλοκυβερνητικών συνδικάτων (ΠΑΣΚΕ-ΔΑΚΕ), που με ευθύνη τους το εργατικό κίνημα έφτασε στη  σημερινή απαξίωση και περιθωριοποίηση. Σωστά επίσης τίθεται υπό αμφισβήτηση ο ρόλος των συνδικαλιστικών ηγεσιών του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντιμετώπιση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και ο αποκλεισμός της από την κοινή δράση είναι σύμφυτο της Συνθήκης του Μάαστριχτ και της φιλοευρωπαϊκής της πορείας. Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στην πορεία διακυβέρνησης της χώρας αντικειμενικά θα αποτελέσουν την επόμενη βάρδια του Κυβερνητικού συνδικαλισμού. Στην πρόταση του κ. Τσίπρα για το ενδεχόμενο συνεργασίας στο πλαίσιο σχηματισμού ενός ευρύτερου αντιμνημονιακού μετώπου, ήταν αναμενόμενη η απάντηση  η απάντηση του ΚΚΕ ότι, «Μόνο ως προσβολή και θράσος αντιμετωπίζουν πλέον τα μέλη και οι φίλοι του ΚΚΕ τέτοιες προσχηματικές προτάσεις. Δεν εκπλήσσουν και δεν πείθουν πλέον κανέναν».
Η ενσωμάτωση  του ΣΥΡΙΖΑ στον κορμό του αστικού συστήματος και η διακυβέρνηση με όρους που θα επιβάλλουν η Ευρωπαϊκή  Ένωση και το Διεθνές Νομισματικού Ταμείο, είναι το πιθανόν που μπορεί να συμβεί. Αν το «πιθανόν» ταυτιστεί με την «πραγματικότητα», πρέπει να υπάρξουν οι δυνάμεις εκείνες που θα υποστηρίξουν την εργατική τάξη και το λαό και θα τον προστατέψουν από την καθολική απογοήτευση και υποχώρηση. Από εκεί και πέρα στη διαδικασία του Μετώπου δε χωράνε λογικές καπελώματος και αποκλεισμών. Η αλαζονεία της δύναμης οδηγεί αργά αλλά σταθερά προς την αυτοκαταστροφή.
Κανείς δεν αμφισβητεί την ικανότητα του ΚΚΕ να κινητοποιεί άμεσα 5000-8000 διαδηλωτές και να πραγματοποιεί εντυπωσιακές και δυναμικές δράσεις για την επίτευξη των στόχων του. Όπως επίσης δεν αμφισβητείται η δυνατότητα να πραγματοποιήσει πανελλαδικό συλλαλητήριο με μεταφερόμενους διαδηλωτές με εκατοντάδες λεωφορεία από όλες τις γωνιές της Ελλάδας. Η τακτική αυτή μπορεί να δημιουργεί πρόσκαιρες εντυπώσεις, αλλά το ζητούμενο είναι η «επόμενη μέρα». Αν δε ξεπεραστούν φαινόμενα αγκυλώσεων και περιχαράκωσης το Π.Α.ΜΕ. δε θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος και στις ανάγκες των εργαζομένων.
Η ηγεσία του ΚΚΕ, αν θέλει να επιδείξει ανωτερότητα και να είναι συνεπής με τις αρχές του κινήματος, πρέπει να επιδοκιμάσει και συγχρόνως να διαψεύσει ότι «Ο ανώτερος άνθρωπος είναι σκληρός με τον εαυτό του. Ο κατώτερος άνθρωπος είναι σκληρός με τους άλλους».
Αν δε σταματήσει τον κατήφορο της εξόντωσης των κομματικών του δυνάμεων και των ίδιων των συνδικαλιστικών του στελεχών.
Αν δε ξεφύγει από το «σύνδρομο του θεού Κρόνου». Να τρώει τα ίδια της τα παιδιά προκειμένου να διασώσει το θρόνο της, τότε μοιραία θα περιθωριοποιηθεί.
Αν δε σταματήσει να ταυτίζεται με το κίνημα και το ΚΚΕ και να συμπεριφέρεται με ιδιοκτησιακή αντίληψη απέναντι σ' αυτά. Τα στελέχη του ΚΚΕ, όποια και να είναι αυτά, πρέπει να έχουν την ευαισθησία και την ευθύνη να παραιτούνται από δημόσια αξιώματα, προπαντός όταν τα υπηρετούν πάνω από δύο δεκαετίες. Ιδιαίτερα η «μακροημέρευση» οδηγεί στην αλαζονεία και η «ματαιοδοξία» στον εκφυλισμό.
Στη σημερινή πραγματικότητα της γενικευμένης επιδείνωσης της θέσης των εργαζόμενων, της αφαίρεσης των εργατικών δικαιωμάτων, της αμφισβήτησης εργατικών κατακτήσεων και της υποχώρησης του εργατικού κινήματος, δε χωράνε μεμψιμοιρίες και πολυτέλειες. Το Π.Α.ΜΕ. απαιτείται να επιστρέψει στη γραμμή της συσπείρωσης, χωρίς να αποκλείει καμία συνεργασία και να επιδιώξει την κοινή δράση με όλους εκείνους που έχουν τις ίδιες αγωνίες για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα.
 Επιβάλλεται στις σημερινές συνθήκες να σταματήσει το μοναχικό δρόμο της αποσυσπείρωσης και να αποκτήσει τα πραγματικά του ταξικά χαρακτηριστικά. Απαιτείται να λειτουργήσει με τα χαρακτηριστικά της συνδικαλιστικής οργάνωσης και όχι του κομματικού παραρτήματος.
Είναι σωστή η άποψη που εκφράζεται σε άρθρο για το ρόλο των συνδικαλιστικών οργανώσεων της εργατικής τάξης και τη σχέση τους με το κόμμα της εργατικής τάξης και αναφέρει συγκεκριμένα ότι, «Τα σωματεία και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις  πρέπει να απευθύνονται στο σύνολο των εργαζομένων ανεξαρτήτως των ιδεολογικών και πολιτικών αντιλήψεων που έχει κάθε εργάτης, του βαθμού ωριμότητάς του, των θρησκευτικών του πιστεύω, του χρώματός του, της εθνικής του ταυτότητας. Με αυτή την έννοια- όπως έλεγε ο Λένιν- τα συνδικάτα είναι ακομμάτιστα. Αλλά μόνο με αυτή την έννοια. Στο πλαίσιό τους γίνεται ζύμωση ιδεών και πολιτικών αντιλήψεων, υπάρχει πολιτική και ιδεολογική δράση. Όμως αυτή η ζύμωση και δράση δεν μπορεί να ξεπερνά ένα όριο. Το όριο είναι να μην διαιρεί τους εργάτες και διασπά τις οργανώσεις τους. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο μια συνδικαλιστική οργάνωση δεν μπορεί ποτέ, ως οργάνωση της εργατικής τάξης, να παίξει το ρόλο του κόμματος της εργατικής τάξης. Αν επιχειρήσει να το κάνει αναιρεί τον εαυτό της. Γι’ αυτό και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις- όσα κι αν πετύχουν- παραμένουν πάντοτε αμυντικές οργανώσεις της τάξης. Μια συνδικαλιστική οργάνωση, παράλληλα με την ελευθερία της πολιτικής δράσης πρέπει να εξασφαλίζει και την ενότητα των εργαζομένων, στο πλαίσιό της, στην βάση των κοινών τους προβλημάτων.
Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις οφείλουν να υποδεικνύουν την αιτία των προβλημάτων- άρα να στρέφουν τους εργαζόμενους ενάντια στην αστική τάξη. Αλλά ποτέ δεν μπορούν να φτάσουν στο επίπεδο της διαμόρφωσης ενός συνολικού σχεδίου ανατροπής του καπιταλισμού. Αν το κάνουν μετατρέπονται σε κόμμα. Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις φτάνουν στο επίπεδο να συντονίσουν συνολικά τη δράση τους με το εργατικό κόμμα μόνο σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης κι εφόσον αυτό το κόμμα έχει με το μέρος του την πλειοψηφία της τάξης και του εργαζόμενου λαού, εφόσον δηλαδή έχει αναγνωριστεί ο ηγετικός, πολιτικός του ρόλος στην επανάσταση. Στα πλαίσια αυτά θα πρέπει να τεθούν οι άμεσοι, μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι και ως προς τα αιτήματα καθώς και ως προς την οργάνωση της εργατικής τάξης. Τα αιτήματα δεν μπορεί παρά να ξεκινάνε από το σήμερα, από την αντίσταση σε κάθε αντεργατικό μέτρο και ταυτόχρονα να ανοίγουν το δρόμο για αντεπίθεση, για ανακατάκτηση των χαμένων δικαιωμάτων στην προοπτική των σύγχρονων αναγκών της εργατικής τάξης, όλων των εργαζομένων. Παράλληλα θα πρέπει να ανεβάζουν τη συνείδηση ώστε να ωριμάζει η πεποίθηση ότι για μόνιμες και ασφαλείς λύσεις απαιτούνται ριζικότερες κοινωνικοοικονομικές αλλαγές και στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας. Στο επίπεδο των λειτουργιών, των γενικών συνελεύσεων και άλλων διαδικασιών των συνδικάτων, θα πρέπει να τηρούνται όλες εκείνες οι διαδικασίες για την όσο γίνεται πιο μαζική συμμετοχή και για τη λήψη αποφάσεων με πλήρη διαφάνεια και δημοκρατικότητα. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις θα πρέπει να αποφασίζονται στη βάση αιτημάτων και στόχων που συσπειρώνουν και κινητοποιούν όλους τους εργαζόμενους αλλά και «δένουν» συμμαχίες με την κοινωνία. Με αυτόν τον μπούσουλα μπορούμε και πρέπει να λειτουργήσουμε δημιουργικά χωρίς αποκλεισμούς και ηγεμονίες, με συνεννόηση και κατανόηση και σε συμφωνία πάνω σε ένα πλαίσιο, προτάσσοντας αυτά που η ίδια η ζωή βάζει για λύση και που στην κοινωνία είναι ώριμα για λύση στην προοπτική ριζικότερων και γενικότερων κοινωνικοοικονομικών αλλαγών. Έχουμε ήδη χάσει αρκετό πολύτιμο χρόνο ομφαλοσκοπώντας και βυζαντινολογώντας. Οι καιροί δεν μπορούν να μας περιμένουν. Τώρα που μοιραζόμαστε την ήττα, είναι ευκολότερο και χρησιμότερο να αντιληφθούμε ότι χωρίς επάρσεις και μονομανίες, μπορούμε να μοιραστούμε τη νίκη, ενώ δεν μπορούμε να τη μονοπωλήσουμε».
Το  Π.Α.ΜΕ. θα πετύχει την ενότητα αγωνιστικής δράσης των εργαζομένων, την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος και την αναζωογόνηση της λειτουργίας των Συνδικάτων μόνο αν σταματήσει τα φαινόμενα «σεχταρισμού», της λεγόμενης «καθαρότητας» και του «απομονωτισμού».

Μόνο έτσι θα μπορέσει να αποτελέσει το αντίβαρο στον παλιό και νέο εργοδοτικό- κυβερνητικό συνδικαλισμό και να συμβάλλει στη αναπτέρωση της ελπίδας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Μόνο έτσι θα μπορέσει να υπάρξει η δυνατότητα ελπιδοφόρας εξέλιξης στο μέλλον για τη συσπείρωση των εργαζομένων και την οργάνωση των αγώνων τους με ταξικό προσανατολισμό προς όφελος του Ελληνικού λαού. Ανεξάρτητα από το «πόσο μακριά έχει πάει προς την λανθασμένη κατεύθυνση, επιβάλλεται να γυρίσει πίσω».
Γεώργιος Αχ. Κρίκας
email: geokrikas@gmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.